Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Τό παρόν κείμενο δημοσιεύθηκε σέ αφιερωματικό Περιηγητικό Λεύκωμα τού Περιοδικού παγκοσμίου κυκλοφορίας "National Geographic" γιά τήν Ελληνική έκδοση, μέ γενικό τίτλο «Άγιον Όρος, η μεγάλη Κιβωτός» καί υπότιτλο «Βαδίζοντας στά μυστικά μονοπάτια. Οι θησαυροί τής Ορθοδοξίας», πού κυκλοφόρησε τίς παραμονές τών Χριστουγέννων.
Τό Λεύκωμα προλογίζει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος καί τόν πρόλογό του δημοσιεύουμε στήν επόμενη σελίδα.
Στίς "Ευχαριστίες" τού Λευκώματος σημειώνονται από τούς εκδότες καί τά εξής:
«Ειδική μνεία πρέπει νά γίνη στόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου Ιερόθεο γιά τήν καλοσύνη πού είχε νά γράψη τό εξαιρετικό δοκίμιο "Βαδίζοντας στά μυστικά μονοπάτια τού Αγίου Όρους". Στό δοκίμιο αυτό, πού ερμηνεύει καί συμπληρώνει μέ αριστοτεχνικό τρόπο τό φωτογραφικό υλικό, αναφέρεται, μεταξύ άλλων: "...Τό Άγιον Όρος είναι ένας τόπος σιωπής καί μυστηρίου, πού βρίσκεται κάτω από τήν επιφάνεια τού αισθητού καί τού λογικού, τών κραυγών καί τών φωνών πίσω από τό προσκήνιο τής κοινωνικής ζωής"».
*
Παραθέτουμε τό κείμενο τού Σεβασμιωτάτου:
Κάθε ισχυρό πρόσωπο καί αντικείμενο επιδέχεται πολλές προσεγγίσεις καί ερμηνευτικές αναλύσεις. Η μονόπλευρη ερμηνευτική προσέγγιση συνήθως τό αλλοιώνει καί τό αδικεί. Αυτό ισχύει καί γιά τό Άγιον Όρος.
Πρόκειται γιά έναν τόπο καί γιά έναν οργανισμό πολύ δυνατό, πού πολλές φορές προκαλεί υψηλό πυρετό γιά ένα παλαιό καί ισχυρό κρασί πού μεθάει τόν άνθρωπο νηφάλια καί προϋποθέτει γερό οργανισμό γιά ένα λαμπρό φώς, πού γιά τήν υπερέχουσα λαμπρότητά του πολλές φορές φαίνεται ως γνόφος, τυφλώνει τόν θεατή μέ τήν όραση τήν ασθενική. Πρέπει δέ νά περάσουν πολλά χρόνια γιά νά δή κανείς τήν κρύφια ομορφιά του καί τό ταπεινό του μεγαλείο, νά ακούση τήν υπερκόσμια κραυγή του.
Είχα τήν εξαιρετική ευλογία νά επισκέπτομαι από τά φοιτητικά μου χρόνια τό Άγιον Όρος, στήν αρχή ως ερευνητής στίς Βιβλιοθήκες τών Ιερών Μονών έπειτα ως άνθρωπος τής περιέργειας γιά νά γνωρίσω τό διαφορετικό καί παράξενο στά μάτια τά κοσμικά αργότερα ως αναζητητής τής πραγματικής του ζωής, τού σφυγμού τής καρδιάς του καί τώρα ως νοσταλγός όλων τών κατά καιρούς πνευματικών μου εμπειριών από τήν επικοινωνία μου μέ αληθινούς μοναχούς καί από τήν βίωση μιάς ζωής πού υπερβαίνει τίς αισθήσεις.
Η γενική μου εντύπωση πάντως είναι ότι τό Άγιον Όρος είναι ένας τόπος σιωπής καί μυστηρίου, πού βρίσκεται κάτω από τήν επιφάνεια τού αισθητού καί λογικού, τών κραυγών καί τών φωνών καί πίσω από τό προσκήνιο τής κοινωνικής ζωής είναι ένας τόπος πού εμπνέεται όχι από αυτό πού φαίνεται, αλλά κυρίως από αυτό πού είναι, όχι από τούς μοναχούς πού συναντά κανείς στά πολυσύχναστα μέρη του, αλλά από τούς ασκητές πού κρύβονται γιά νά ζήσουν τόν αχόρταγο χορτασμό τού ελέους, τήν ακένωτη αγάπη, τήν πραγματική ελευθερία καί τήν ειρήνη τού πνεύματος.
Ο καθένας πού περιφέρεται στό Άγιον Όρος συλλαμβάνει ό,τι μήνυμα καταλαβαίνει, γιατί ο ιερός αυτός τόπος είναι ένας παγκόσμιος, μάλλον υπερκόσμιος πομπός πού εκπέμπει πολλά μηνύματα καί ο καθένας ακούει καί βλέπει ό,τι μπορεί καί όσο δύναται, αφού ο τόπος αυτός ικανοποιεί τούς πάντες καί προοδευτικά τούς ανεβάζει από τά χαμηλότερα στά υψηλότερα επίπεδα γνώσης. Όσο κανείς πονά τόσο αγαπά καί όσο αγαπά τόσο γνωρίζει καί τότε πονά οδυνηρότερα, κυοφορεί ζωή.
Όποιος ενδιαφέρεται γιά τήν ιστορία θά βρή πολλά ιστορικά στοιχεία, είτε στίς βιβλιοθήκες τών Ιερών Μονών, είτε στίς ζωντανές αφηγήσεις τών μοναχών. Σού διηγούνται ένα γεγονός πού έγινε πρίν διακόσια χρόνια σάν νά έγινε προχθές. Κληρονόμησαν αυτήν τήν ιστορία από στόμα σέ στόμα, μάλλον δέχθηκαν τήν μετάγγιση αίματος από καρδιά σέ καρδιά καί αυτή η ιστορία φυλάσσεται τόσο δυνατά, καλύτερα από τά κείμενα τά γραπτά, γιατί περνά μέσα από ζωντανούς οργανισμούς.
Δέν θά συναντήση κανείς εκεί απλώς ιστορικά κείμενα καί γεγονότα, αλλά θά βουτήξη ολόκληρος μέσα στήν παγκόσμια ιστορία καί μάλιστα στόν τρισδιάστατο χρόνο της. Θά μεταφερθή στό παρελθόν γιά νά μάθη πώς ζούσε ο Αδάμ στόν Παράδεισο πρίν τήν πτώση, πώς συμπεριφέρονταν οι Προφήτες τής Παλαιάς Διαθήκης, οι «ορώντες» καί «βλέποντες», αλλά καί πώς ζούσαν οι Ρωμηοί στήν λεγόμενη Βυζαντινή-Ρωμαίϊκη Αυτοκρατορία, ακόμη καί μέ τήν βυζαντινή ώρα, αφού η δύση τού ηλίου λογίζεται ως η 12η μεσονύκτια ώρα, καί μετά από λίγη ξεκούραση σηκώνονται γιά ορθρινή προσευχή, όταν αρχίζουν νά κελαηδούν τά αηδόνια καί φωτίζονται τά καθολικά τών Μονών μέ τό ιλαρό φώς τών κεριών. Θά ζήση όμως καί τό παρόν μέ τήν ζωντανή καί ζωοποιό παράδοση, πού δέν είναι μουσείο, αλλά εργαστήρι ζωής. Θά αγγίξη ή θά υποψιασθή καί τήν αιωνιότητα, ως εσχατολογική βίωση καί προσδοκία μέ τήν ερχόμενη μεγάλη Ημέρα. Ζώντας κανείς στό Άγιον Όρος θά βιώση μέ ζωντανό τρόπο τόν τριασδιάστατο χρόνο τής παγκόσμιας ιστορίας.
Όποιος ενδιαφέρεται γιά τήν πολιτισμική κληρονομιά θά ικανοποιηθή στόν απόλυτο βαθμό. Μνημεία ιστορικά υπάρχουν παντού, αλλά εδώ, στόν τόπο τόν ιερό, όλα αυτά λειτουργούνται, σφύζουν από καί μέ ζωή. Τά καθολικά τών Ιερών Μονών, οι σπάνιοι θησαυροί τών ιερών εικόνων καί τοιχογραφιών, τά βιβλία καί τά αντικείμενα στίς βιβλιοθήκες είναι ένας αμύθητος πλούτος, πού φυλάσσεται όχι μέ διορισμένους υπαλλήλους, μέ οκτάωρα καί μισθό, αλλά όλο τό εικοσιτετράωρο μέ εθελούσια προσφορά ζωής, μέ ατμόσφαιρα προσευχής καί σιωπής. Θά δή κανείς εκπληκτικά έργα τής Μακεδονικής καί Κρητικής Σχολής, όπως καί μεταγενέστερων μορφών αγιογραφίας, αλλά καί οι τοιχογραφίες θά είναι εκπληκτικά δεμένες καί ταιριασμένες μέ ζωντανές μορφές μοναχών –ζωντανών οργανισμών– πού παραμένουν προσευχητικά δίπλα από αυτές στά στασίδια τών Ναών καί δέν θά ξεχωρίζη κανείς εύκολα τήν αγιογραφία από τήν ζωντανή ασκητική καί προσευχητική παρουσία.
Όσοι αγαπούν τήν αγνότητα τής φύσης καί έχουν ανεπτυγμένα τά οικολογικά τους αισθητήρια θά εκπλαγούν κυριολεκτικά από τήν ομορφιά τού αγιορείτικου τοπίου. Η διαμόρφωση τού Όρους είναι μαγευτική, μέ τά ακρωτήρια καί τούς κολπίσκους, μέ τίς χαράδρες καί τούς βράχους, μέ τήν πλούσια βλάστηση καί τήν ερημιά, μέ τήν θαλάσσια διαδρομή καί τήν οδοιπορία στά παραδοσιακά καλντερίμια καί στά χορταριασμένα μαγευτικά μονοπάτια. Η γή τού Αγίου Όρους είναι εν πολλοίς παρθένα. Βρίσκει κανείς εκεί σπάνια βότανα καί φυτά, γι’ αυτό καί έχει χαρακτηρισθή ως ο μοναδικός στόν κόσμο «βοτανικός παράδεισος», ένας νοσταλγικός κήπος τής Εδέμ.
Όποιος διακρίνεται από κοινωνιολογικά ενδιαφέροντα εκεί θά συναντήση ζωντανές κοινότητες πού διαφέρουν από τίς σύγχρονες κοσμικές κοινωνίες ως πρός τήν οργάνωση καί τόν τρόπο ζωής. Ο συνδυασμός μεταξύ κοινοβιακών Μονών, όπου επικρατεί η αρχή τής κοινοκτημοσύνης καί τής κοινοχρησίας Σκητών, όπου φαίνεται η οργανωμένη ζωή ολοκλήρων κοινοτήτων πού διασώζουν τήν ελευθερία καί τήν ενότητα καί Ερήμου, όπου κατοικούν μόνοι τους, αλλά χωρίς μοναξιά, οι ερημίτες μοναχοί πού αναζητούν τήν απόλυτη μέσα στά κτιστά πλαίσια ελευθερία, αυτός ο συνδυασμός είναι εκπληκτικός αφού αναπαύει καί τούς πιό απαιτητικούς ανθρώπους. Στό Άγιον Όρος σπάζουν όλα τά θερμόμετρα κοινωνιολογικών αναλύσεων γιά φιλελευθερισμό, πολυπολιτισμικότητα, σοσιαλισμό καί κομμουνισμό, ανύπαρκτο ή υπαρκτό. Εκεί η κοινωνιολογία δέν ερμηνεύεται ως σύστημα καί ιδεολογία, αλλά βιώνεται ως ζωντανή παρουσία, μέ αγάπη καί ελευθερία, μέ αυτοπροσφορά καί θάνατο κάθε κοσμικού προσδιορισμού.
Έπειτα, ο τρόπος διοίκησης κάθε μιάς Μονής, αλλά καί η συνύπαρξη όλων τών Μονών στήν Ιερά Κοινότητα, όπου συνδυάζεται άριστα ο Πρώτος μέ τήν Επιστασία καί τήν Σύναξη, διασώζει τόν αρχαίο τρόπο διοίκησης πού δέν συνδέεται μέ κοσμικές νοοτροπίες καί συμπεριφορές. Η μελέτη τής διοικητικής οργάνωσης τού Αγίου Όρους είναι μιά ενδιαφέρουσα πρόκληση γιά τόν άνθρωπο πού επιθυμεί νά ζήση τήν ελευθερία ως τά όρια τής αναρχίας μέσα σέ μιά οργανωμένη κοινωνία. Πρόκειται γιά μιά διοίκηση πού προηγείται τού φεουδαρχικού Κράτους, γιά μιά οργανωτική δομή πού είναι ομοσπονδιακή, μάλλον συνομοσπονδιακή καί αποκεντρωμένη, όπου η εξουσία είναι ανύπαρκτη στήν ουσία, αφού υπερβαίνεται από τήν αρχοντική αγάπη καί τό ελεύθερο φιλότιμο, πρόκειται γιά μιά εξουσία πού δέν καταστρατηγεί τήν προσωπική ελευθερία, αλλά μάλλον τήν προϋποθέτει καί τήν διευκολύνει.
Τό Άγιον Όρος δέν είναι απλώς αυτοδιοίκητος καί αυτοδέσποτος οργανισμός, δέν είναι κάν αδέσποτος, αλλά δεσποτικότατος γιατί διευθύνεται μέ ελευθερία καί αγάπη από τόν Δεσπότη Χριστό. Σέ Αυτόν τό έχουν αφιερώσει οι Αυτοκράτορες μέ τά χρυσόβουλα καί οι κτήτορες μέ τά τυπικά τών Μονών. Συγχρόνως βρίσκεται κάτω από τήν θεομητορική προστασία, τήν μητρική φιλοστοργία τής Κυρίας Θεοτόκου, τής Δέσποινας τών Αγγέλων. Ο Δεσπότης Χριστός καί η φιλόστοργη Μάνα τού Δεσπότη καί τών εξορίστων ανθρώπων δεσπόζουν αγαπητικά καί ελεύθερα εκεί. Έτσι, μέσα σέ αυτήν τήν δεσποτική ελευθερία καί τήν αρχοντική φιλοστοργία, μπορούν νά συνυπάρχουν οι προφήτες μέ τούς αναζητητές-αναρχικούς, η σιωπή μέ τόν λόγο, η δράση μέ τήν ησυχία, η ηρεμία τής ημέρας μέ τήν δημιουργική αγρύπνια τής νύκτας. Ακόμη καί οι λαϊκοί πού εργάζονται στό Άγιον Όρος, όπως καί οι κοσμικοί προσκυνητές, ζούν σάν κοσμοκαλόγεροι, συντονίζονται στόν ρυθμό της ιδιόρρυθμης Αθωνικής Πολιτείας. Είναι χώρος βατός στήν φιλοστοργία, άβατος στήν σκληροκαρδία.
Όποιος υποφέρει από τήν αίρεση τού εθνοφυλετισμού στό Άγιον Όρος θά αναπνεύση τό οξυγόνο τής αληθινής οικουμενικότητας, αφού εκεί συνυπάρχουν μοναχοί από όλα τά έθνη, χωρίς όμως οι περισσότεροι νά εκφράζουν εθνικιστικές τάσεις. Πρόκειται γιά ένα ζωντανό κατάλοιπο τού Ρωμαίϊκου Κράτους, όπου επικρατούσε η κοινωνία τών λαών, χωρίς νά υπάρχη διάκριση μεταξύ τους. Έτσι τό Άγιον Όρος αποτελεί μιά κοινοπολιτεία μέ κανόνες καί προϋποθέσεις πνευματικές. Δέν υπάρχουν εκεί ληξιαρχεία βιολογικής γέννησης, αφού είναι ο μόνος χώρος πού δέν γεννιούνται άνθρωποι, αλλά μόνον πεθαίνουν κοσμικά πρίν πεθάνουν βιολογικά. Ένας αγιορείτης έγραψε εκπληκτικά: «Πρέπει νά πεθάνης, πρίν πεθάνεις, γιά νά μήν πεθάνης, όταν θά πεθάνης». Οι αθωνίτες καλόγεροι έχουν κοινή πίστη, κοινό τρόπο ζωής, πάσχουν εμπνευστικά από φιλοθεΐα καί φιλανθρωπία.
Όποιος έχει έντονες υπαρξιακές αναζητήσεις είναι σίγουρο ότι θά ικανοποιηθή στό έπακρο, γιατί εκεί θά συναντήση προφήτες πού υπερβαίνουν τίς κοσμικές εξουσίες καί έχουν κοινωνία μέ τόν Θεό, θά βρή τόν Λόγο καί θά λογοποιηθή. Βέβαια πρέπει νά ψάξη κανείς πολύ, γιατί όσοι έχουν πληρότητα ζωής δέν πάσχουν από τό φαινόμενο τής προβολής, οπότε πρέπει νά τούς αναζητήση κανείς εμπόνως. Όταν όμως συναντήση αυτούς τούς λογοποιημένους ανθρώπους πού έχουν αποκτήσει τήν φυσική ζωή, όταν αισθανθή τόν άνθρωπο, όπως δημιουργήθηκε από τόν Θεό, τότε θά αγγίξη καί θά ακούση τόν σφυγμό τού Αγίου Όρους, θά αισθανθή τήν αδιάλειπτη προσευχή καί τήν παλλόμενη καρδιά του γιά τόν Θεό καί ολόκληρη τήν οικουμένη. Οι μοναχοί εύχονται γιά όλους τούς ανθρώπους καί ζητούν από τόν Θεό τήν λύτρωσή τους. Μέσα από αυτήν τήν προοπτική οι αγιορείτες είναι οικουμενικοί καί παγκόσμιοι, μάλλον υπερκόσμιοι καί εμπνευσμένοι κοσμοναύτες.
Τελικά τό Άγιον Όρος αναπαύει όλους τούς οδοιπόρους, αρκεί νά αναζητούν τό άρρητο κάλλος καί τόν αληθινό έρωτα, νά είναι δέ ταπεινοί προσκυνητές τής αληθινής ζωής. Όλοι παίρνουν τά μηνύματά τους όταν τό σέβονται, αλλά πρωτίστως όταν σέβονται τόν εαυτό τους.
Τό σημαντικό είναι ότι πρέπει νά επισκεφθή κανείς πολλά χρόνια τό Άγιον Όρος γιά νά τό καταλάβη καί μόνον ύστερα από μιά πολυχρόνια ταπεινή αναζήτηση θά μπορέση νά ανεβή ψηλότερα. Στήν αρχή θά εκτιμήση τήν ιστορική καί πολιτισμική κληρονομιά του ύστερα θά ενθουσιασθή από τόν τρόπο συνύπαρξης καί διοργάνωσης τών κοινωνιών του, μέ τούς κοινοβιάτες, τούς σκητιώτες καί τούς ερημίτες στήν συνέχεια θά ακούση τόν μυστικό εσωτερικό κτύπο τής καρδιάς του πού είναι η νοερά καρδιακή προσευχή έπειτα θά συναντήση συγχρόνους προφήτες πού ζούν από τώρα τήν εσχατολογική ημέρα τής Βασιλείας τού Θεού καί κοιμούνται θριαμβευτικά καί στό τέλος μπορεί, άν τό αντέξη, νά συναντήση αναπάντεχα στίς πορείες του μέσα στήν έρημο καί κάποιους αθέατους μοναχούς, πού μοιάζουν μέ τούς Πρωτόπλαστους, πού ζούσαν στόν Παράδεισο πρίν τήν πτώση, όπως τό περιγράφει τό βιβλίο τής Γένεσης στήν Παλαιά Διαθήκη. Τότε θά καταλάβη πώς υπερβαίνονται όλα τά πτωτικά.
Μπορώ νά προσδιορίσω τρείς εικόνες μέσα από τίς οποίες αισθάνθηκα καί αισθάνομαι τό Άγιον Όρος.
Η πρώτη εικόνα είναι μιάς πολιτείας στήν οποία δέν γεννιούνται άνθρωποι, αλλά ζούν ως μοναχοί καί κοιμούνται ήσυχα καί ορθόδοξα, ως κατά κόσμον νεκροί. Δηλαδή, δέν γεννιούνται εκεί βιολογικά, αλλά αναγεννιούνται πνευματικά, έρχονται από όλη τήν οικουμένη, εγκαταλείπουν τίς πατρίδες τους, πολιτογραφούνται σέ μιά νέα πατρίδα, μέ μιά νέα γέννηση πού είναι η κουρά, ζούν φυσιολογικά καί κοιμούνται τόν ύπνο τού δικαίου μέσα στήν ηρεμία μέ φλογερή αναζήτηση τής μέλλουσας πόλης. Ζούν μέ τήν υπερτάτη φιλοσοφία πού κατά τόν Πλάτωνα είναι η μνήμη θανάτου, πού ταυτόχρονα είναι η υπέρβασή του καί η βίωση τής αληθινής ζωής, αφού πεθαίνουν μέ τό "Χριστός Ανέστη, αδελφοί". Καί αυτή η Πολιτεία δέν είναι ουτοπική, αλλά ζωντανή.
Η δεύτερη εικόνα είναι τού χορού καί τού πανηγυριού. Ολόκληρη η αθωνίτικη Πολιτεία είναι ένας υπερκόσμιος χορός, όπου χορεύουν ξένως οι Προφήτες, οι άγιοι μαζί μέ τούς ζώντες, όπως κουνιέται χορεύοντας ρυθμικά ο πολυέλαιος καί ο χορός τών Προφητών στά Καθολικά τών Ιερών Μονών. Εκεί ακούγονται άλλοι εξωτικοί ρυθμοί καί όλοι μέ διαφορετικούς τρόπους συμμετέχουν σέ αυτό τό πανηγύρι, σέ αυτήν τήν υπερκόσμια χοροστασία. Άν θέλης νά είσαι θεατής, δέν μπορείς νά ζήσης στό Άγιον Όρος γίνεσαι απόβλητος. Άν δέν έχης μάθει νά χορεύης καρδιακά, δέν μπορής νά αισθανθής ερωτικά. Εκεί ζή κανείς τήν νηφάλια μέθη τού πνεύματος καί όχι τήν τύφλα τού οινοπνεύματος.
Η τρίτη εικόνα είναι τής σαλότητας. Η κοσμική λογικότητα υπερβαίνεται από τήν εν Χριστώ τρέλα. Η κατηγορία τών αγίων πού ονομάζονταν κατά Χριστόν σαλοί, υπερέβαιναν μέ τήν ζωή τους τήν συνήθη λειτουργία τής λογικής, αφού ζούσαν μιά άλλη λογικότητα πού οι παραλόγως λογικοί δέν μπορούν νά καταλάβουν. Μέ αυτήν τήν ζωή μπορούν νά συναντούν τό λεγόμενο περιθώριο τής κοινωνίας καί αγαπιούνται από τούς περιθωριακούς, γιατί καί οι αγιορείτες ζούν περιθωριακά από κοσμικής πλευράς, αλλά αυτό τό περιθώριο τό μετατρέπουν σέ αληθινή κοινωνία. Οι αληθινοί αγιορείτες υπερβαίνουν όλην τήν κοσμική νοοτροπία καί τήν συμβατική ηθική. Μερικοί από μάς μπορούμε νά εντοπίζουμε διάφορα σκάνδαλα, ακόμη καί εκεί, αλλά τό μεγαλύτερο σκάνδαλο είναι ότι εκεί βιώνεται μιά ζωή πού είναι υπέρβαση τού θανάτου, μιά ζωή πού κινείται πέρα από τόν ορθολογισμό καί τήν αισθησιοκρατία. Όποιος κινείται αισθητώς στό δυνατό αγιορείτικο φώς τσουρουφλίζεται, ακόμη καί ο έξυπνος πολιτικός.
Τελικά τό Άγιον Όρος είναι μιά πολιτεία ανθρώπινη καί ουράνια, τοπική καί οικουμενική, όπου συμπλέκεται η ιστορία μέ τό παρόν, ο πολιτισμός μέ τήν υπέρβασή του, η εξουσία μέ τήν ελευθερία, αλλά κυρίως καί προπαντός είναι ένας τόπος μυστηρίου καί σιωπής, λόγου καί ψαλμωδίας. Γι’ αυτό καί χρειάζεται κανείς πολύν καιρό γιά νά τό γνωρίση, όχι μόνον μέ τήν όραση καί τήν ακοή, αλλά μέ τό μυστήριο τής μυστικής επαφής, μέ τό άγγιγμα τής καρδιάς.
Αυτό, όμως, προϋποθέτει διαρκή έμπονη οδοιπορία μέσα από τά πανέμορφα μονοπάτια, ξεκινώντας από τίς Καρυές, περνώντας από τά Κοινόβια Μοναστήρια, σταματώντας αναπαυτικά στίς Σκήτες καί πετώντας στήν έρημο ως αετός, αλλά καί αναβαίνοντας κοπιωδώς στήν κορυφή τού Άθωνα, όπου τής Μεταμόρφωσης ο Ναός, γιά νά δή τό πέλαγος τής αγάπης καί τούς καρπούς τής έμπνευσης, τίς φλόγες τής προσευχής.
Όσο κανείς είναι λαβωμένος καί πονεμένος καί βαδίζει μέ κουράγιο ευχετικά, τόσο θά αισθάνεται τό λεπτό άρωμα τών λειψάνων μακαρίων ερημικών πτηνών καί τής Δεσποτικής καί Θεομητορικής προστασίας, οπότε θά θεραπεύεται καρδιακά καί υπαρξιακά. Διαφορετικά τό Άγιον Όρος, όπως καί όλα τά μεγάλα πράγματα πού ξεπερνούν τά ανθρώπινα, θά είναι σκάνδαλο καί μωρία.
«Αναβαίνετε, αναβαίνετε, αδελφοί, αναβάσεις προθύμως εν καρδία διατιθέμενοι»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου