Ιστορία - Πολιτισμός
Το ταξίδι στην Ήπειρο, μοιάζει με παιχνίδι της φαντασίας στον μύθο και στην πραγματικότητα. Η ιστορία της ξεκινά από τα βάθη των αιώνων , οι δε Ηπειρώτες έχουν ξεχυθεί σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη από την αρχαιότητα ως τις ημέρες μας. Πάντοτε η Ήπειρος αποτελούσε ένα ζωντανό κομμάτι του Ελληνισμού. Η γεωγραφική της θέση καλύπτει το βορειοδυτικό τμήμα του ελλαδικού χώρου. Ένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα της Ηπείρου είναι ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορείς να μεταφερθείς από το βουνό στη θάλασσα.
Οι αρχαίοι ονόμαζαν Ήπειρο το κομμάτι από την Αιτωλία στο Νότο ως την Ιλλυρία (σημερινή Αλβανία) στα Βόρεια, λογαριάζοντας μέσα και τη Λυχνίτιδα λίμνη και μέρος της Μακεδονίας ως τη σημερινή Φλώρινα.
Κυριότερα προϊόντα που παράγονται στην Ήπειρο είναι τα δημητριακά, τα εσπεριδοειδή, ο καπνός το βαμβάκι, οι ελιές στις δυτικές περιοχές Θεσπρωτία, Πρέβεζα. Στο λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων το υπέδαφος έχει πολύ μάρμαρο.
Ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της Περιφέρειας Ηπείρου είναι η Αρχαιολογική Συλλογή Άρτας, η οποία στεγάζεται από το 1973 στην Τράπεζα της Μονής Παρηγορήτισσας Άρτας, κτίσμα του 13ου αι. μ.Χ. Μελλοντικά προβλέπεται η κατασκευή σύγχρονου Μουσείου στην πόλη της Άρτας.
Στη Συλλογή περιλαμβάνονται: Επιτύμβιες στήλες και κτερίσματα από τα νεκροταφεία της αρχαίας Αμβρακίας, Ευρήματα από την πόλη της αρχαίας Αμβρακίας, Ευρήματα από το σπήλαιο "Κουδουνότρυπα", Ευρήματα από άλλες θέσεις του Νομού Άρτας.
Ιστορία
Με τα ευρήματα στη σπηλιά του Ασπροχάλικου, στο Λούρο ποταμό, στο φαράγγι του Βίκου, στην Καστρίτσα και σε άλλα σημεία, είναι βέβαιο πως η ανθρώπινη παρουσία στην Ήπειρο ανάγεται στα 40.000 χρόνια π.Χ.
Κατά το 3.000 - 2.000 π.χ. εμφανίζονται οι Πελασγοί που θεωρούνται πρόγονοι των ελληνικών φυλών και των Ιλλυριών (Σελλοί, Έλλοπες, Κασσωπαίοι, Μολοσσοί, Αθαμάνες, Δρύοπες, κ.α. - περίπου 14 φυλές).
Οι Μολοσοί είχαν ισόβιους βασιλείς, ενώ άλλες φυλές εξέλεγαν ετήσιους αρχηγούς. Οι πληροφορίες μας για τη ζωή των φυλών αυτών μέχρι το 800 π.χ. είναι λιγοστές. Στα 800 - 600 π.χ. οι Κορίνθιοι ιδρύουν στα παράλια της Ηπείρου αποικίες (όπως την Αμβρακία, την Απολλωνία και την Επίδαμνο), ενώ το 500 π.X. ιδρύεται η ομοσπονδία των Ηπειρωτικών φυλών από το βασιλιά των Μολοσσών Θαρύπα. Τον Θαρύπα διαδέχονται ο Αλκέτας και ο Αρύβας που δίνει την ανεψιά του στον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο τον Β', πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μετά τον Αρύβα βασιλεύει ο αδελφός της Ολυμπιάδος Αλέξανδρος, ο οποίος σκοτώθηκε σε εκστρατεία στην Ιταλία. Ο Μέγας Αλέξανδρος που δημιούργησε τη μεγάλη Μακεδονική Αυτοκρατορία, περιέλαβε και την Ήπειρο ως επαρχία του. Στα 307 π.Χ. βασιλεύουν ο Πύρρος και ο Νεοπτόλεμος. Στη μεταξύ τους διαμάχη, επικρατεί ο Πύρρος. Ο Πύρρος μεταφέρει την πρωτεύουσα από την Πασαρώνα στην Αμβρακία και με τα στρατηγικά του προσόντα και τη φιλοδοξία του ανέδειξε την Ήπειρο σε σπουδαίο Ελληνικό κράτος. Υπέταξε τη Μακεδονία, έκανε μεγάλες εκστρατείες στην Ιταλία, Σικελία και στην Πελοπόννησο, όπου και το 272 π.χ. βρήκε το θάνατο στο Άργος από κεραμίδι που του πέταξε η μάνα ενός αντίπαλου στρατιώτη.
Μετά το Θάνατο του Πύρρου, επικράτησε ανωμαλία, αντιπαλότητες και επαναστάσεις. Στη διαμάχη Ρωμαίων - Μακεδόνων, η Ήπειρος ισοπεδώνεται (καταστρέφονται 70 πόλεις και 150.000 Ηπειρώτες οδηγούνται σκλάβοι στη Ρώμη). Η σύγκρουση έληξε με την ανακήρυξη δημοκρατίας που επέζησε μέχρι το 167 π.Χ. Μετά την κατάκτηση από τους Ρωμαίους, η Ήπειρος αποτέλεσε τμήμα της Μακεδονικής Επαρχίας και λεηλατήθηκε για δεύτερη φορά το 88 π.Χ. από θρακικά στρατεύματα. Κατά την ρωμαϊκή κυριαρχία, η περιοχή αποτελεί πεδίο συγκρούσεων ρωμαϊκών στρατευμάτων, με αποτέλεσμα – όπως περιγράφει ο Στράβων- η ύπαιθρος να ερημώσει και πολλά οχυρά και πόλεις να εγκαταλειφθούν.
Με την ίδρυση της Νικόπολης από τον Αύγουστο, στην πόλη μεταφέρονται κάτοικοι από μια μεγάλη ακτίνα της περιοχής, επιτείνοντας ακόμα περισσότερο την ερήμωση της υπαίθρου. Κατά τη διανομή των επαρχιών που πραγματοποιεί ο Αύγουστος το 27 π.Χ., η παλαιά Ήπειρος διχοτομείται: το βόρειο τμήμα είναι προσαρτημένο στην επαρχία Μακεδονίας, η οποία διαθέτει εκτεταμένο άνοιγμα προς το Αδριατικό Πέλαγος με τους λιμένες του Δυρραχίου και της Απολλωνίας, ενώ το νότιο τμήμα υπάγεται στην επαρχία της Αχαΐας.
Από το 396 μ.Χ. στην Ήπειρο σημειώθηκαν διαδοχικές εισβολές γερμανικών φυλών, Ούνων, Οστρογότθων, Βουλγάρων, Σλάβων που εγκαθίστανται και Σαρακηνών. Το 1059 πραγματοποιείται νέα εισβολή Σλάβων - Νορμανδών και επαναστάσεις. Το 1205 ο Μιχαήλ Άγγελος ίδρυσε το Δεσποτάτο της Ηπείρου με πρωτεύουσα την Άρτα και με υπηκόους Έλληνες, Σλάβους, Αλβανούς και άλλους. Ακολουθεί υποταγή στους Βουλγάρους και το 1236 επανιδρύεται το Δεσποτάτο της Ηπείρου από τον Μιχαήλ Άγγελο τον Β' , που επιζεί 100 χρόνια. Το 1335 η Ήπειρος υπάγεται ξανά στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Γεωγραφία
Η Ήπειρος συνορεύει ΝΑ με τη Στερεά Ελλάδα, ανατολικά με τη Θεσσαλία και ΒΑ με τη Μακεδονία. Στη βορειοδυτική πλευρά συνορεύει με την Αλβανία, ενώ ολόκληρη η δυτική πλευρά και η νοτιοδυτική βρέχεται από το Ιόνιο Πέλαγος και τον Αμβρακικό Κόλπο. Έχει έκταση 9.203 τετρ. χλμ., ο δε πληθυσμός της είναι 324.541 κάτοικοι (σύμφωνα με την τελευταία απογραφή).
Η Ήπειρος αποτελείται από τέσσερις νομούς: Άρτας, Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων και Πρέβεζας. Η μεγαλύτερη οροσειρά της Ηπείρου, η οποία είναι και η σπουδαιότερη όλης της Ελλάδας είναι η Πίνδος. Ο Γράμμος, ο Σμόλικας, η Τύμφη, τα Αθαμανικά Όρη και τα βουνά Τσαμαντά Φιλιατών, Παραμυθιάς, Σουλίου είναι διακλαδώσεις της Πίνδου.
Τουρισμός
Οι κλιματολογικές συνθήκες και η διαμόρφωση του εδάφους κάνουν την Ήπειρο αξιόλογη όχι μόνο για τις διακοπές, αλλά και για ιστορική μελέτη, μια και η ιστορία με το σήμερα είναι τόσο κοντά και συνάμα τόσο μακριά. Από τα δύσβατα και απρόσιτα βουνά με πρώτη την Πίνδο, το μυθικό Αχέροντα, τα Γιάννενα, την Άρτα και από την άλλη τα ακρογιάλια, τις σύγχρονες πολιτείες και τα χωριά. Ανατολικά η οροσειρά της Πίνδου ήταν πάντα όπως και σήμερα το φυσικό χώρισμα από τη Θεσσαλία, αδιαπέραστο ακόμα και τώρα οδικά το χειμώνα. Μέσα στη Ήπειρο οι κυριότεροι ποταμοί είναι ο Αώος, ο Θύαμις ή Καλαμάς, ο Αχέροντας, ο Λούρος, ο Άραχθος και ένα κομμάτι του Αχελώου. Η πιο μεγάλη και πιο γνωστή λίμνη είναι η Παμβώτιδα ή λίμνη των Ιωαννίνων, χάρη στο Νησί και την ιστορία του Αλή Πασά. Υπάρχουν βέβαια και μικρότερες λίμνες.
Νομός Θεσπρωτίας
Γενικά
Πρωτεύουσα του νομού Θεσπρωτίας είναι η Ηγουμενίτσα, η οποία βρίσκεται στο μυχό του ομώνυμου κόλπου, αποτελώντας το μεγαλύτερο, μετά την Πάτρα, λιμάνι της χώρας μας στην Ανατολική Ελλάδα.
Η οικονομία της περιοχής βασίζεται, κατά κύριο λόγο στην αγροτική παραγωγή. Στις πεδινές εκτάσεις των εκβολών του Καλαμά και του Αχέροντα — χάρη στα αποστραγγιστικά έργα μεγάλες βαλτώδεις και ελώδεις περιοχές μετετράπησαν σε υψηλής παραγωγικότητας αρδεύσιμη καλλιεργήσιμη γη — καλλιεργούνται εσπεριδοειδή, ρύζι, καλαμπόκι και ακτινίδια.
Στα παράλια και στις χαμηλές κοιλάδες της ενδοχώρας η ελιά. Από τα πλούσια σε νερά ποτάμια της Θεσπρωτίας — τον Καλαμά στα βόρεια και τον Αχέροντα στα νότια, στα σύνορα με το Ν. Πρέβεζας — αρδεύεται το σύνολο των παραποτάμων πεδινών εκτάσεων. Στα παραποτάμια λιβάδια και στα ορεινά βοσκοτόπια αναπτύσσεται η κτηνοτροφία των μικρών, κυρίως, ζώων (αιγοπροβάτων) και, κατά δεύτερο λόγο, των βοοειδών, γνωστών ήδη από την αρχαία φιλολογική παράδοση. Υπάρχουν επίσης αξιόλογες βιοτεχνίες και ελάχιστες μικρού μεγέθους βιομηχανίες, ενώ μεγάλη ανάπτυξη παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια ο τουρισμός, οι μεταφορές και το εμπόριο, απασχολώντας το 1/3 του ενεργού πληθυσμού του νομού.
Ιστορία
Οι ευελίμενες ακτές της Θεσπρωτίας και η πρόσφορη θέση της ως προς την Ιταλία και την Αδριατική (Πολύβιος: "πρόκεινται της Ελλάδος προς την Ιταλία") μετά από τους Μυκηναίους κίνησαν και το ενδιαφέρον των νοτίων Ελλήνων των ιστορικών χρόνων. Ο αποικισμός των Ηλείων τον 8 αι. π.Χ. και των Κορινθίων και Κερκυραίων τον 7 και 6 π.Χ. από τον Αμβρακικό μέχρι την Επίδαμνο, επέφερε την επανασύνδεση των σχέσεων της Ηπείρου με τη Ν. Ελλάδα.
Στις αρχές του 4 π.Χ. αι. οι Μολοσσοί προσαρτίζουν τη Δωδώνη, την Κασσωπαία και γενικά ολόκληρη την ανατολική Θεσπρωτία, περιορίζοντας την εδαφική επικράτεια των Θεσπρωτών, οι οποίοι αν και επεκτάθηκαν στην Νότια Κεστρίνη, δεν είναι σε θέση να συναγωνιστούν τους Μολοσσούς και, πιθανότατα, υποχρεώνονται να προσχωρήσουν στο Κοινό των Μολοσσών ή στην Συμμαχία των Ηπειρωτικών που συστήνεται το 333/323 π.Χ. από τους Μολοσσούς και τους Θεσπρωτούς.
Στον 4 αι. π.Χ. τοποθετείται η ίδρυση των πρώτων οικισμών μεγέθους μιας πραγματικής πόλης. Το δεύτερο μισό του 4 αι. π.Χ. αποτελεί έναν σημαντικό σταθμό στην ιστορία της Θεσπρωτίας: οι μικρές ατείχιστες κώμες συνοικίζονται, τειχίζονται και δημιουργούνται με πλήρη οικιστική οργάνωση. Στα τέλη του 4ή το αργότερο στις αρχές του 3π.Χ. εντείνεται, το φαινόμενο της δημιουργίας μεγάλων οχυρών περιβόλων. Την δημιουργία των οχυρωμένων αυτών οικισμών επέβαλαν λόγοι οικονομικοί, διοικητικοί ή αμυντικοί. Η ανάπτυξη αυτή των αστικών κέντρων θεωρείται μια από τις σημαντικότερες διαδικασίες της Θεσπρωτίας και της Ηπείρου γενικότερα μεταξύ του 4αι. π.Χ. και της Ρωμαϊκής κατάκτησης.
Την ήττα του Περσέα, του Μακεδόνα βασιλιά, βάσει των εντολών της Συγκλήτου (Πολύβιος, Livius ακολούθησε η πυρπόληση και καταστροφή των τειχών εβδομήντα (70) πόλεων της Ηπείρου από το Ρωμαϊκό στρατό. Η Θεσπρωτία ήταν από τις περιοχές που επλήγησαν σκληρά. Την Ρωμαϊκή καταστροφή του 167 π.Χ. ολοκλήρωσε το 88/87 π.Χ. μια δεύτερη, εξίσου μεγάλη από τους Θράκες μισθοφόρους του Μιθριδάτη ΣΤ΄. Οι δυο αυτές καταστροφές εξηγούν τη ζοφερή εικόνα που περιγράφει ο γεωγράφος Στράβων για την ύπαιθρο της Ηπείρου επί Εποχής Αυγούστου.
Ο Ρωμαϊκός εποικισμός ευνόησε την ανάπτυξη των πόλεων ή τουλάχιστον μερικών από αυτές. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Φωτικής, βόρεια της Παραμυθιάς, της οποίας η ίδρυση ανάγεται στον 1ο π.Χ αι. Με την ίδρυση της Νικόπολης από τον Αύγουστο σε ανάμνηση της νίκης του στο Άκτιο κατά των ενωμένων δυνάμεων του Αντωνίου και της Κλεοπάτρας το 31 π.Χ. ενισχύθηκε η εικόνα της ερήμωσης της υπαίθρου στην Θεσπρωτία, καθώς μεταφέρθηκαν και από το Θεσπρωτικό χώρο πληθυσμοί για τον συνοικισμό της νέας πόλης. Στην Νικόπολη παρέμεινε ένα χειμώνα ο Απόστολος των Εθνών Παύλος. Από τον 1μ.Χ. αι. υπήρχε χριστιανική κοινότητα στην Νικόπολη, από όπου φαίνεται ότι διαδόθηκε ο Χριστιανισμός σε όλη την ΒΔ Ελλάδα. Η Ρωμαϊκή παρουσία, με εξαίρεση την Φωτική, ήταν αισθητή κυρίως στα παράλια της Θεσπρωτίας.
Η περίφημη "Ρωμαϊκή ειρήνη" έγινε πραγματικά αισθητή στην Θεσπρωτία κατά τον 1ο και 2ο μ.Χ. αι. και μέχρι την περίοδο της μεγάλης κρίσης των μέσων του 3μ.Χ. αι. Η Ρωμαϊκή έπαυλη στη περιοχή του Λαδοχωρίου, με τις ανάγλυφες ρωμαϊκές μαρμάρινες σαρκοφάγους τα ιδιαίτερα σημαντικά ευρήματα από το Ρωμαϊκό νεκροταφείο του 3μ.Χ αι. στο οικόπεδο του Μουσείου Ηγουμενίτσας, ήρθαν να αποδείξουν ότι ο κόλπος της Ηγουμενίτσας, ο "έρημος λιμήν" του Θουκυδίδη, έπαιξε έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο κατά την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας.
Ο εκτεταμένος οικισμός των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων που αποκαλύπτεται τα τελευταία χρόνια στην περιοχή του Λαδοχωρίου, στο μυχό του κόλπου της Ηγουμενίτσας φαίνεται ότι επέζησε και κατά την αμέσως επόμενη παλαιοχριστιανική περίοδο και αποτελεί το μακρινό πρόγονο της σημερινής πρωτεύουσας του Νομού Θεσπρωτίας.
Γεωγραφία
Θεσπρωτία ονομάζεται σήμερα η περιοχή στο βορειοδυτικό άκρο της Ηπείρου, την οποία από το 1937 καλύπτει ο ομώνυμος νομός, ένας από τους τέσσερις της Ηπείρου με έκταση 1525 τετρ.χλμ. και πληθυσμό 44.202 κατοίκους.
Ο Ν.Θεσπρωτίας βρέχεται στα Δυτικά από το Ιόνιο Πέλαγος, προς Βορά συνορεύει με την Αλβανία, προς Ανατολή με το Ν. Ιωαννίνων και νότια με το Ν. Πρέβεζας. Η Θεσπρωτία είναι χώρα κατεξοχήν ορεινή και σχηματίζεται από τις δυτικές οροσειρές της Πίνδου, που βαθμιαία χαμηλώνουν προς τη θάλασσα και από στενόμακρες κοιλάδες ανάμεσα στις οροσειρές.
Οι πεδινές περιοχές στα παράλια, οι πεδιάδες που έχουν σχηματισθεί από τις προσχώσεις των Καλαμά και Αχέροντα και στην ενδοχώρα, οι κοιλάδες των ίδιων ποταμών και των παραποτάμων τους καλύπτουν μόλις το 5% της συνολικής έκτασης του νομού, καθιστώντας τη Θεσπρωτία μία από τις πλέον ορεινές περιοχές της χώρας μας. Η Θεσπρωτία ανήκει στη ζώνη της μεσογειακής χλωρίδας, με εξαίρεση τα υψηλότερα βουνά, όπου επικρατεί βλάστηση της Κεντρικής Ευρώπης.
Τουρισμός
Ο Νομός Θεσπρωτίας είναι ιδανικός προορισμός για τους φυσιολάτρες και τους οπαδούς του οικολογικού τουρισμού: Ο ποταμός Καλαμάς διασχίζει ένα φαράγγι ξεχασμένο από το χρόνο. Η χλωρίδα του φαραγγιού, έχει να δείξει μερικά από τα πιο σπάνια είδη λουλουδιών, πηγές αναβλύζουν από παντού. Σε ένα πραγματικά υποβλητικό τοπίο, η διαδρομή διακόπτεται από το γκρεμό στη θέση ``Φαραγγοπήδημα``. . Στη νοτιοανατολική Θεσπρωτία, κάτω από τα βουνά του Σουλίου κυλάει ο ποταμός Αχέρων, το ποτάμι των νεκρών και των θρήνων. Η Θεσπρωτία, χώρα του Αϊδωνέως-Άδη, με το περίφημο Νεκρομαντείο στις όχθες του ποταμού, γεμίζει από τους μύθους και τους θρύλους από τα βάθη των αιώνων.
Στη Θεσπρωτία υπάρχουν πολλές μικρές λίμνες, με μεγαλύτερη τη λίμνη του Καλοδικίου Ο Νομός προσφέρει ποικίλα ακόμα αξιοθέατα: Χερσόνησος Λυγιάς: τείχη των τριών οχυρωμένων οικισμών της Κερκυραϊκής Περαίας, Πύργος Ραγίου: μικρό στρατιωτικού χαρακτήρα κάστρο και μεταβυζαντινός πύργος, Λαδοχώρι (Πετρέλαια): Ρωμαϊκή έπαυλη με νεκρικό θάλαμο με ανάγλυφες σαρκοφάγους (2-3 αι.), Πρασούδι: ερείπια παλαιοχριστιανικού ναΐσκου, Κάστρο Ηγουμενίτσας: στο λόφο ανατολικά της Νομαρχίας Δέλτα παλαιών εκβολών Καλαμά, Δρέπανο — Μακρυγιάλι: αμμώδεις παραλίες κοντά στην Ηγουμενίτσα.
Ν.Ιωαννίνων
Γενικά
Ο νομός Ιωαννίνων είναι ο μεγαλύτερος σε έκταση και πληθυσμό νομός της Ηπείρου. Πρωτεύουσα του νομού είναι η πόλη των Ιωαννίνων. Το κλίμα του νομού είναι ηπειρωτικό με μεγάλες βροχοπτώσεις ολόκληρο το χρόνο. Η οικονομία του νομού βασίζεται στην κτηνοτροφία, την γεωργία και το δασικό πλούτο. Τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται η βιοτεχνία και η βιομηχανία.
Ιστορία
Οι πρώτες ενδείξεις ανθρώπινης κατοίκησης στο νομό των Ιωαννίνων χρονολογούνται τη Μέση Παλαιολιθική περίοδο. Την παρουσία του παλαιολιθικού ανθρώπου μαρτυρούν τα λίθινα εργαλεία, που βρέθηκαν στις ανασκαφές που έγιναν στο σπήλαιο της Καστρίτσας. Άλλα ευρήματα από την ίδια θέση και τη θέση Κλειδί στην κοιλάδα του Βοϊδομάτη, βεβαιώνουν τη συνέχιση της κατοίκησης και κατά την Ανώτερη Παλαιολιθική περίοδο (33.000-8.000π.Χ.). Η περιοχή θεωρείται ότι υπήρξε η αρχική κοιτίδα των ελληνόφωνων φύλων και είναι ενδεικτικό ότι ο Αριστοτέλης στο έργο του “Μετεωρολογικά” αναφέρει ότι ο κατακλυσμός του Δευκαλίωνα και της Πύρρας συνέβη “περί την Ελλάδα την αρχαίαν, περί την Δωδώνην και τον Αχελώον,” γιατί στην περιοχή αυτή κατοικούσαν, “οι καλούμενοι τότε μέν Γραικοί νυν δ' Έλληνες.” Γύρω στον 13ο και 12ο αι π.Χ μετακινήσεις νέων ελληνικών φύλων αναστάτωσαν την περιοχή. Ένα νέο φύλο, οι Μολοσσοί, εγκαταστάθηκε στην ανατολική και κεντρική Ήπειρο αναγκάζοντας τους Θεσπρωτούς να περιορισθούν στα δυτικά.
Η Δωδώνη παρέμεινε Θεσπρωτικό ιερό, ενώ οι Μολοσσοί είχαν ως θρησκευτικό τους κέντρο την Πασσαρώνα, που τοποθετείται στο σημερινό Ροδοτόπι. Τον 5ο αι π.Χ. το “ έθνος ” των Μολοσσών χάρη στις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες του βασιλιά Θαρύπα (423-385π.Χ.) βγήκε από την πολιτική αφάνεια και άρχισε να παίζει σημαντικό ρόλο στην Ηπειρωτική πολιτική σκηνή. Τα επόμενα χρόνια οι διάδοχοι του Θαρύπα ακολούθησαν την ίδια πολιτική, ενώ παράλληλα προσπάθησαν να επεκταθούν στη γειτονική Θεσπρωτία. Η επεκτατική πολιτική και η άνοδος των Μολοσσών ενισχύθηκε από τους Μακεδόνες βασιλείς με τους οποίους απέκτησαν και συγγενικούς δεσμούς με το γάμο της Ολυμπιάδος, αδελφής του βασιλέως των Μολοσσών Αλεξάνδρου με τον Φίλιππο, πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.Στα τέλη του 4ου αι π.Χ. η σημερινή περιοχή των Ιωαννίνων, όπως άλλωστε και ολόκληρη η Ήπειρος εξαρτιόταν από τους Μακεδόνες έως το 295 π.Χ., όταν εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή ο Πύρρος (295-272 π.Χ.) που έγινε βασιλιάς των Μολοσσών.
Με τις εκστρατείες του στην Ιταλία προσπάθησε να επαναλάβει στη δύση την επιτυχία που είχε ο Μέγας Αλέξανδρος στην ανατολή. Το 280 π.Χ. νίκησε τους Ρωμαίους στην Ηράκλεια και λίγο αργότερα υπερίσχυσε των Καρχηδονίων στη Σικελία. Μετά τη μάχη στο Beneventum το 275 π.Χ., όπου νίκησε και πάλι τους Ρωμαίους, λόγω των σοβαρών απωλειών που είχε, αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει την Ιταλική χερσόνησο και να επιστρέψει στην Ελλάδα, όπου όμως στράφηκε κατά των Μακεδόνων, τους οποίους προσπάθησε να εκδιώξει από τη Νότιο Ελλάδα. Το 272 π.Χ. ο Πύρρος σκοτώθηκε στο Άργος και με τον θάνατο του η Ήπειρος έπαψε να διαδραματίζει ενεργό μέρος στα πολιτικά δρώμενα στον ελλαδικό χώρο. Οι διάδοχοί του δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν το έργο του. Το 234/2 π.Χ. οι Ηπειρώτες αναγκάστηκαν να καταργήσουν τη βασιλεία και τη διοίκηση ανέλαβε το Κοινό των Ηπειρωτών (232-167 π.Χ.), με έδρα του το Βουλευτήριο της Δωδώνης.
Το Κοινό των Ηπειρωτών βρισκόταν κάτω από την επιρροή των Μακεδόνων, τους οποίους βοήθησε στους πολέμους τους εναντίον των Ρωμαίων. Την κλασσική εποχή δύο οργανωμένες πόλεις κυριαρχούν στο λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων, η Πασσαρώνα (στο λόφο Γαρδίκι Ροδοτοπίου), πρωτεύουσα του κράτους των Μολοσσών και η Τέκμων (στο λόφο της Καστρίτσας). Και οι δύο ήταν οχυρωμένες με πολυγωνικά τείχη, των οποίων λείψανα σώζονται ακόμη και σήμερα.
Το 168 π.Χ. η Ήπειρος καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους και πλήρωσε ακριβά την πίστη της στους Μακεδόνες. Οι πηγές αναφέρουν ότι 70 Ηπειρωτικές πόλεις καταστράφηκαν με πρωτοφανή αγριότητα, από τις λεγεώνες του Αιμιλίου Παύλου και 150.000 κάτοικοι πουλήθηκαν ως δούλοι. Το 30 π.Χ., μετά τη ναυμαχία στο Άκτιο, ιδρύθηκε από τον Οκταβιανό Αύγουστο η Νικόπολη στη χερσόνησο της σημερινής Πρέβεζας. Η Νικόπολη συνοικίσθηκε από τους κατοίκους των Ηπειρωτικών και Ακαρνανικών πόλεων και με την ακμή που γνώρισε σύντομα δημιούργησε νέες προϋποθέσεις για την Ήπειρο. Τα πρώτα χριστιανικά χρόνια η περιοχή του σημερινού νομού των Ιωαννίνων ανήκε στη Ρωμαϊκή Επαρχία Παλαιά Ήπειρος (Epirus Vetus) με πρωτεύουσα τη Νικόπολη, από την οποία εξαρτιόταν διοικητικά και θρησκευτικά, Από τις πρώτες εκκλησίες, που κτίστηκαν αφιερωμένες στη νέα θρησκεία, ήταν η βασιλική της Δωδώνης, η οποία κτίστηκε μέσα στο αρχαίο Ιερό και δέχθηκε ριζικές επισκευές, ιδιαίτερα κατά τον 6ο αι μ.Χ. Δεν υπάρχουν ιστορικές πληροφορίες για την ευρύτερη περιοχή των Ιωαννίνων την εποχή αυτή, γεγονός που δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο οι λιγοστές αρχαιολογικές έρευνες.
Πάντως τον 5ο και 6ο αι μ.Χ. ένα τμήμα της περιοχής θα πρέπει να υπέστη τις καταστρεπτικές συνέπειες των βαρβαρικών επιδρομών, που ως γνωστό ταλαιπώρησαν την Ήπειρο καθώς και την υπόλοιπη Ελλάδα. Ο ιστορικός Προκόπιος μας πληροφορεί ότι οι Γότθοι λεηλάτησαν την περιοχή γύρω από τη Δωδώνη. Τη μακρινή αυτή εποχή θα πρέπει να αναζητήσει κανείς την απαρχή της σημερινής πόλης των Ιωαννίνων, που τους επόμενους αιώνες θα γνωρίσουν σημαντική ανάπτυξη και θα αποτελέσουν καθ' όλη τη διάρκεια της βυζαντινής εποχής μια από τις πιο αξιόλογες πόλεις της Ηπείρου.
Γεωγραφία
Ο Νομός Ιωαννίνων είναι ο μεγαλύτερος σε έκταση και πληθυσμό από τους νομούς της Ηπείρου. Συνορεύει ανατολικά με τους νομούς Καστοριάς, Γρεβενών, Τρικάλων και Άρτας, νότια με το νομό Πρέβεζας και δυτικά με το νομό Θεσπρωτίας. Στα βόρεια σύνορα είναι τα σύνορα με την Αλβανία. Έχει έκταση 4.990 τετ. χιλιόμετρα και ο πληθυσμός του είναι 161.667(τελευταία απογραφή). Είναι από τις ορεινές περιοχές της Ελλάδας με ψηλά βουνά (Πίνδος - Γράμμος - Σμόλικας κ.α.). Διασχίζεται από τα ποτάμια Αώο, Βοϊδομάτη, Καλαμά, Άραχθο, Λούρο και την αρχή του Αχελώου.
Τουρισμός
Τα Ζαγόρια (σλαβική λέξη που σημαίνει "πίσω απ' τα βουνα") βρίσκονται ανάμεσα στα Γιάννενα, το Μέτσοβο και την Κόνιτσα. Η περιοχή περιβάλλεται από ψηλά βουνά, κομμάτι της Βόρειας Πίνδου. Τα 46 ονομαστά χωριά του Ζαγορίου είναι χτισμένα σε περιοχές με δάση, πεύκα και έλατα, αλλά και σε γυμνές πετρώδεις περιοχές όπου δένουν αρμονικά η φυσική ομορφιά με τη μαστοριά την ανθρώπινη. Σε αυτήν την περιοχή βρίσκουμε πολλά ποτάμια, μικρά και μεγάλα, με τα γραφικά πέτρινα γεφύρια.
Όλα τα χωριά έχουν μια ιδιόμορφη παραδοσιακή αρχιτεκτονική. Η χαράδρα του Βίκου έχει κηρυχθεί εθνικός δρυμός το 1973 για να διαφυλαχθεί η σπάνια χλωρίδα και πανίδα. Είναι από τις ωραιότερες τοποθεσίες του ελλαδικού χώρου, κάτι που δύσκολα ξεχνά ο επισκέπτης. Το Μέτσοβο αποτελεί το πιο γνωστό τουριστικό μέρος της Ηπείρου. Βρίσκεται σε υψόμετρο 1.160μ και το χειμώνα λειτουργεί οργανωμένο χιονοδρομικό κέντρο. Ο αναβατήρας λειτουργεί ως το καλοκαίρι. Το καλοκαίρι πραγματοποιούνται διάφορες εκδηλώσεις τόσο από το δήμο, όσο και από συλλόγους της περιοχής.
Ν.Πρέβεζας
Γενικά
Η οικονομία του νομού στηρίζεται κυρίως στην γεωργία (εσπεριδοειδή, σιτηρά, σταφύλια, λάδι και τα κηπευτικά) και την κτηνοτροφία (προβατοειδή και αιγοειδή). Σημαντικό έσοδο του νομού προέρχεται από την εκμετάλλευση των δασών, ενώ ο ορυκτός πλούτος (λιγνίτης) είναι μικρής σημασίας. Η βιομηχανία είναι υποτυπώδης και περιορίζεται στην επεξεργασία αγροτικών προϊόντων. Η Πρέβεζα έχει τακτική αεροπορική σύνδεση με την Αθήνα μέσω Ακτίου, ενώ η οδική σύνδεση με τις μεγάλες πόλεις της χώρας είναι πολύ συχνή. Η παραλιακή εθνική οδός Πρέβεζας - Ηγουμενίτσας συνδέει τις δύο πόλεις (απόσταση 95 χιλιόμετρα), μέσω δε της Ηγουμενίτσας η Πρέβεζα συνδέεται με την Ιταλία και κατ' επέκταση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Ιστορία
Με το όνομα και την ιστορία της Πρέβεζας είναι συνδεδεμένα το Άκτιο και η Νικόπολη. Η ναυμαχία του Ακτίου και η ίδρυση της Νικόπολης υπήρξαν γεγονότα καθοριστικά για την εξέλιξη του τόπου αλλά και για την ιστορία του τότε γνωστού κόσμου. Στις 2 Σεπτεμβρίου του 31 π.Χ., έγινε η ναυμαχία του Ακτίου μεταξύ των στόλων του Οκταβίου αφενός και της Κλεοπάτρας αφετέρου, κατά την οποία επεκράτησε ο Οκτάβιος. Επακόλουθό της (μετά την αυτοκτονία του Αντωνίου και της Κλεοπάτρας, τελευταίας βασίλισσας των Πτολεμαίων της Αιγύπτου) ήταν το τέλος της Ελληνιστικής και η αρχή της Ρωμαϊκής περιόδου και φυσικά η πλήρης επικράτηση του Οκταβίου. Σ΄ ανάμνηση της νίκης του, ο Οκτάβιος έκτισε την Νικόπολη, στο νοτιότατο άκρο της Ηπείρου. Αυτή γρήγορα αναπτύχθηκε σε μεγαλούπολη, αφού προικίσθηκε με εξαιρετικά προνόμια και ατέλειες, ως "ελεύθερη" ελληνική πόλη κι ο πληθυσμός της συγκροτήθηκε από βίαια "συνοικισθέντες" Έλληνες πολίτες από 20 περίπου πόλεις της Αιτωλ/νίας και της Ηπείρου, αλλά κι απ΄ την Κόρινθο - κι αυτή την Ιταλία ακόμη. Τα τρία λιμάνια της, η εξαιρετική γεωγραφική της θέση ως κόμβου μεταξύ Ηπείρου - Ακαρνανίας αλλά και Ελλάδος - Ιταλίας, η επανίδρυση των Ακτίων ως "ισολυμπίων γυμνικών και μουσικής ιπποδρομίας τε πεντετηρικών αγώνων", την μετέτρεψαν σε πόλο έλξης στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.
Γεωγραφία
Ο νομός Πρέβεζας καταλαμβάνει το νοτιοδυτικό τμήμα της Ηπείρου. Συνορεύει βόρεια με τους νομούς Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας, ανατολικά με το νομό Άρτας, βρέχεται δυτικά από το Ιόνιο Πέλαγος και νοτιοανατολικά από τη Θάλασσα του Αμβρακικού κόλπου. Είναι ο μικρότερος σε έκταση και τρίτος σε πληθυσμό νομός της Ηπείρου, με συνολικό πληθυσμό 58.628 κατοίκους (απογραφή Ε.Σ.Υ.Ε. 1991). Μετά την ανασυγκρότηση της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης ο Νομός Πρεβέζης διαιρείται σε 8 Δήμους και 1 Κοινότητα. Πρωτεύουσα του Νομού είναι η Πρέβεζα. Το έδαφος του νομού είναι γενικά ορεινό, με ορισμένες χαμηλές εκτάσεις στις νότιες περιοχές. Ψηλότεροι ορεινοί όγκοι είναι το Ξεροβούνι (1.614 μ.), η Ζαρκοράχη (1.332 μ.) και τα Θεσπρωτικά βουνά (1.274 μ.) Κυριότερες πεδιάδες είναι της Πρέβεζας, της Φιλιππιάδας και του Φαναριού. Από τα ποτάμια του νομού ξεχωρίζουν ο Λούρος (που χύνεται στο Ιόνιο Πέλαγος).
Τουρισμός
Πολύ εύκολα θα βρεθείτε στις καταπληκτικές παραλίες (Αλωνάκι, Καλαμίτσι, Μύτικας, Μονολίθι, Καστροσυκιά, Αρτολίθια, Λυγιά, Βράχος, Λούτσα, Κερέντζα, Αμμουδιά, Λίχνος, Βάλτος) που αμόλυντες από την ανθρώπινη δραστηριότητα, απλώνονται σε μία έκταση 60 χιλιομέτρων. Σε όλο το μήκος τους υπάρχουν τουριστικές μονάδες και ενοικιαζόμενα δωμάτια στα χωριά και τους οικισμούς.
Ο νομός προσφέρει επίσης εναλλακτικές διαδρομές στο εσωτερικό, πεζοπορία στα στενά του ποταμού Αχέροντα, καθώς και διαδρομές με πλοιάρια στον ποταμό. Ο ποταμός Αχέροντας, απο τις πηγές μέχρι τις εκβολές του, δημιουργεί στο διάβα του μια εναλλαγή τοπίων με ιδιαίτερο οικολογικό και φυσιολατρικό ενδιαφέρον. Τόσο οι εκβολές του ποταμού όσο και τα στενά του συγκροτούν ένα αξιόλογο οικοσύστημα, που έχει ενταχθεί στις περιοχές προστασίας της φύσης του δικτύου ΦΥΣΗ 2000. Οι ημερήσιες εκδρομές στην Πρέβεζα, Πάργα, Παξούς, δίνουν στον επισκέπτη δυνατότητα για ενδιαφέρουσα παραμονή.
Τοποθεσίες
Ηγουμενίτσα
Γενικά
Πρωτεύουσα της Θεσπρωτίας, μια από τις πιο αξιόλογες παραλίες της Ελλάδας. Η ανάπτυξη της άρχισε το 1937, όταν έγινε πρωτεύουσα του νομού. Από "Λιμήν Ερημος" όπως γράφει ο Θουκυδίδης, έγινε σήμερα μια σύγχρονη πόλη και ένας μεγάλος Ελλαδικός και Ευρωπαϊκός θαλάσσιος κόμβος. Συνδέεται με μεγάλα λιμάνια της Ιταλίας (Μπρίντεζι, Αγκώνα, Μπάρι, Οτράντο), της Γιουγκοσλαβίας, της Αλβανίας, ενώ στο εσωτερικό συνδέεται καθημερινά με Κέρκυρα, Παξούς και Λευκίμη.
Ιστορία
Η πόλη απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό το 1913 στη διάρκεια του Α' Βαλκανικού Πολέμου. Μέχρι την αναγόρευσή της σε πρωτεύουσα του νομού Θεσπρωτίας το 1936 ήταν ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό με 500 κατοίκους. Καταστράφηκε εντελώς από το γερμανικό στρατό το 1944 κατά την αποχώρησή του από την Ελλάδα και ανοικοδομήθηκε εκ νέου στην ίδια θέση αυτή τη φορά με την όψη σύγχρονης πόλης. Όμως μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960 μονό μικρά σκάφη μπορούσαν να ελλιμενιστούν στην Ηγουμενίτσα. Με την εκβάθυνση του λιμανιού και τη δημιουργία πορθμιακής γραμμής Ηγουμενίτσας-Κέρκυρας αρχικά και Ιταλίας-Ηγουμενίτσας από την άλλη η πόλη άρχισε να αναπτύσσεται ραγδαία.
Γεωγραφία
Η Ηγουμενίτσα είναι η πρωτεύουσα του Νομού Θεσπρωτίας, και το σημαντικότερο λιμάνι επικοινωνίας της Ελλάδας με τη δυτική Ευρώπη. Είναι χτισμένη στο βόρειο τμήμα του νομού Θεσπρωτίας, στο μυχό του ομώνυμου κόλπου και απέναντι από την Κέρκυρα. Συνδέεται οδικά με την υπόλοιπη χώρα και απέχει 480 χλμ. από την Αθήνα και 470 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη. Ο Δήμος Ηγουμενίτσας είναι ο μεγαλύτερος δήμος της Θεσπρωτίας. Έχει 11.608 κατοίκους και προήλθε από τη συνένωση των κοινοτήτων Λαδοχωρίου, Κρυόβρυσης, Μαυρουδίου, Αγίας Μαρίνης, Καστρίου, Γραικοχωρίου, Αγίου Βλασίου και Νέας Σελευκείας.
Τουρισμός
Η Ηγουμενίτσα είναι μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη που διατηρεί τις τοπικές της ιδιαιτερότητες. Στην Ηγουμενίτσα και τους γύρω οικισμούς πραγματοποιούνται πολιτιστικές και ψυχαγωγικές εκδηλώσεις όλη την περίοδο του καλοκαιριού με περιεχόμενο τη μουσική, το χορό, το θέατρο, τον κινηματογράφο, εικαστικές εκθέσεις, προβολές, θαλάσσια αθλήματα, παραδοσιακά πανηγύρια. Ξεχωριστό γεγονός αποτελεί το καρναβάλι της Ηγουμενίτσας και η Καθαρά Δευτέρα στον οικισμό Καστρί, όπου αναβιώνουν έθιμα που σώζονται εδώ και εκατοντάδες χρόνια.
Στην πόλη αξίζει να επισκεφθεί κανείς το δασύλλιο, όπου βρίσκονται τα ερείπια του τουρκικού κάστρου που κατέστρεψε το 1685 ο Ενετός Μοροζίνι. Οι επισκέπτες μπορούν να επισκεφτούν και να διανυκτερεύσουν στο εκπληκτικής φυσικής ομορφιάς κάμπινγκ Δρεπάνου με το πολιτισμένο περιβάλλον του. Από την πόλη ο επισκέπτης μπορεί να κάνει ημερήσιες εκδρομές προς τα παραλιακά χωριά Πλαταριά, Σύβοτα, Πέρδικα, Σαγιάδα καθώς και στους Φιλιάτες, Παραμυθιά, Σούλι, ποταμό Αχέροντα, Νεκρομαντείο, Πάργα, Κέρκυρα. Σπάνιο και ξεχωριστό είναι το τοπίο κατά μήκος του ποταμού Καλαμά.
Ιωάννινα
Γενικά
Σήμερα, η πόλη των Ιωαννίνων αποτελεί ένα ραγδαία αναπτυσσόμενο αστικό κέντρο, με βάση το εμπόριο, την υψηλή ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και την πολιτισμική της κληρονομιά. Σημαντική είναι η φήμη της στην αργυροχρυσοχοϊα. Ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να θαυμάσει το κάστρο, την λίμνη και το γραφικό νησί της, το Βυζαντινό Μουσείο, το Σπήλαιο στο Πέραμα, το Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων του Π. Βρέλλη στο Μπιζάνι και το αρχαίο θέατρο της Δωδώνης με ιστορία από τον 3ο αιώνα π.Χ., όπου πραγματοποιούνται παραστάσεις αρχαίου ελληνικού δράματος.
Ιστορία
Η αρχή της ιστορίας της πόλης των Ιωαννίνων θεωρείται μέχρι σήμερα "σκοτεινή". Ο χρόνος ίδρυσης της πόλης, καθώς και η προέλευση της ονομασίας της είναι ζητήματα που δεν έχουν επιλυθεί.
Πρώτη μνεία της πόλεως έχουμε στα πρακτικά της "εν Κωνσταντινουπόλει συγκροτηθείσης συνόδου" το 879μ.Χ. όπου υπογράφει και ο Ζαχαρίας Επίσκοπος Ιωαννίνης. Πρώτη σαφή ιστορική μαρτυρία έχουμε στο σίγγιλιο του Αυτοκράτορα Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου που εκδόθηκε το 1020μ.Χ. με το οποίο ορίζονται οι επισκοπές που υπάγονται στην Επισκοπή Αχρίδας. Από αυτό το σιγγίλιο συμπεραίνουμε ότι τα Γιάννενα υπήρχαν πολύ παλαιότερα από την εποχή των Βουλγάρων βασιλέων Συμεών(893-927μ.Χ.) και του διαδόχου του Πέτρου (927-969μ.Χ.). Στο "Σημείωμα περί οικήσεως τόπου" του Μητροπολίτη Ναυπάκτου Απόκακου με χρονολογία 1217 (μετά την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τους σταυροφόρους - 1204), μνημονεύεται ρητώς ο ιδρυτής του Δεσποτάτου της Ηπείρου, Μιχαήλ Κομνηνός, ή Δούκας Μιχαήλ (1204 -1214 μ.Χ.) ως "τεκτηναμένου το των Ιωαννίνων πολίδιον και εις μόρφωσιν κάστρου αυτό αναγείραντος".
Επί των ημερών του Δεσπότη Μιχαήλ Κομνηνού, χτίζονται μεγάλα οχυρωματικά έργα στην πόλη, ο πληθυσμός αυξάνεται, γόνοι της σκορπισμένης βυζαντινής αριστοκρατίας ( Φιλανθρωπηνοί, Γαβριηλόπουλοι, Αψαράδες, κ.ά.) βρίσκουν άσυλο και μία περίοδος ακμής αρχίζει για τα Ιωάννινα. Η νέα αριστοκρατία των "καστρινών Ιωαννιτών" αποσπά αξιόλογα οικονομικά, διοικητικά και εκκλησιαστικά προνόμια διατηρώντας έτσι τον κυριαρχικό της ρόλο στην περιοχή ακόμη και της περιόδους διοικήσεως από ξένους δεσπότες και ηγεμόνες.. Στο Χρυσόβουλο του Ανδρόνικου Παλαιολόγου (1319), πληροφορούμαστε ότι η πόλη ήταν σε πλήρη ακμή και οι Ιωαννίτες διενεργούσαν εμπόριο σε μεγάλη ακτίνα μέσα στα Βαλκάνια. Κατά το τέλος του 16ου αι. κατοικούσαν στα Γιάννενα 10000 οικογένειες ήτοι 50000 περίπου κάτοικοι και τον 16ο - 17ο αιώνα τα Γιάννινα έγιναν ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα διαμετακομιστικού εμπορίου της Βαλκανικής και των Παραδουνάβιων περιοχών.
Έτσι η πρωτεύουσα της Ηπείρου εξελίχθηκε νωρίς σε πόλη με μεγάλη εμπορική δραστηριότητα και αναπτύχθηκε τόσο ώστε τον 17 αι. ο Γάλλος Πρόξενος στη 'Aρτα, Benoit Garnier να σημειώνει ότι η πόλη ήταν "σχεδόν τόσο μεγάλη όσο και η Μασσαλία". Στους τελευταίους βυζαντινούς χρόνους, εμφανίζεται η λειτουργία της σχολής των Φιλανθρωπινών στη Μονή του Αγίου Νικολάου του Σπανού, στο νησί της Λίμνης Παμβώτιδας των Ιωαννίνων. Οι υπάρχουσες χρονολογίες αναφέρονται σε συνεχή λειτουργία της Σχολής από τα τέλη του 13ου αι. μέχρι τις αρχές του 17ου αι. Ο Σπύρος Λάμπρος δίνει ακριβείς χρονολογίες από το 1282 έως το 1642.
Από τα μέσα του 17ου αι. χάριν στην οικονομική ανάπτυξη της Ηπείρου και την πρωτοβουλία των ξενιτεμένων Ηπειρωτών, τα Γιάννενα εξελίχθηκαν σε μεγάλο πνευματικό κέντρο. Η πόλη λόγω των γεωγραφικών, οικονομικών και πολιτισμικών σχέσεων με τη Βενετία, δέχονται πιο άμεσα τις πρωτοποριακές επιδράσεις του ελληνισμού της διασποράς γεγονός που αντανακλάται σε ολόκληρο το έργο της Σχολής του Επιφάνειου Ηγούμενου, Γιαννιώτη εμπόρου στη Βενετία που ίδρυσε το 1648 τη λεγόμενη "Μικρή" Σχολή.
Ας μην ξεχνάμε ότι για δύο αιώνες, τα μεγάλα Γιαννιώτικα τυπογραφεία της Βενετίας, των Γλυκάδων, του Δ. Σάρου, κ.α., τροφοδοτούν την Ήπειρο, και όχι μόνο, με έντυπο υλικό. Δύο από τους πρώτους διευθυντές της Σχολής που ανήκουν στους αναμφισβήτητους Προδρόμους της νεοελληνικής Επιστημονικής Έρευνας, είναι ο Μελέτιος Μήτρου ή Γεωγράφος, μαθητής της Σχολής και κατόπιν Μητροπολίτης Αθηνών που διηύθυνε τη Σχολή από το 1686 έως το 1692 και ο διάδοχός του Παρθένιος Κατσούλης, από το 1692 έως το 1696, πρωτοπόρος σε έρευνες λαογραφικού περιεχομένου. Με τη δεύτερη Σχολή που ιδρύεται το 1674, με τη χορηγία του εμπόρου Εμμανουήλ Γκιούμα, η οποία ονομάστηκε "Πρώτη" Σχολή Ιωαννίνων, εισάγονται οι θετικές επιστήμες και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις μιας πνευματικής επανάστασης που θα οδηγήσει στη χειραφέτηση της νεοελληνικής σκέψης. Ήδη, οδεύουμε προς μία σημαντική στιγμή στην ιστορία της νεοελληνικής παιδείας, στο πρώτο δράμα της ελευθεροφροσύνης στον ελληνικό χώρο.
Το 1742 η Σχολή του Επιφάνειου μετονομάζεται σε Μαρουτσαία προς τιμήν των ανακαινιστών των αδελφών Μαρούτση. Διευθυντής της Σχολής επιλέγεται ο Ευγένιος Βούλγαρης, ένας από τους κύριους εκπροσώπους του νεοελληνικού διαφωτισμού, οποίος ανακαινίζει ριζικά το εκπαιδευτικό πρόγραμμα και διδάσκει μαθηματικά και φιλοσοφία. Στη δεκαετία του 1790 ο νεοελληνικός διαφωτισμός έφθασε στο κορύφωμά του. Φορέας του πνεύματος στα Ιωάννινα είναι ο Αθανάσιος Ψαλίδας.
Συνέχεια της Μαρουτσαίας Σχολής αποτελεί η Καπλάνειος Σχολή που ιδρύεται το 1805 από τον έμπορο στη Ρωσία Ζώη Καπλάνη. Τέλος, το 1828 οι αδελφοί Ζωσιμάδες ιδρύουν την περίφημη Ζωσιμαία Σχολή. Συμβολικά, τα Γιάννινα ήταν ένα από τα μεγάλα κέντρα του Διαφωτισμού στον Ελλαδικό χώρο.
Ο Παν. Κοδρίκας χαρακτήρισε την εποχή της σχολαρχίας του Ευγ. Βούλγαρη στη Μαρουτσαία Σχολή (1742 - 1746, 1750 - 1753) "ως δευτέραν εποχήν της αναγεννήσεως του Ελληνικού Γένος" και "νέον χρυσούν αιώνα της ηθικής του Γένους μας αναγεννήσεως". " Εις την πόλιν των Ιωαννίνων χρεωστεί η Ελλάς την αναγέννησιν της Παιδείας" λέει ο Κων. Κούμας.
Γεωγραφία
Η πόλη των Ιωαννίνων, με πληθυσμό που πλησιάζει τις 100.000 κατοίκους κτισμένη στις όχθες της λίμνης Παμβώτιδας, είναι η πρωτεύουσα της περιφέρειας της Ηπείρου. Βρίσκεται σε απόσταση 435 χλμ. βορειοδυτικά της Αθήνας, 350 χλμ. νοτιοδυτικά της Θεσσαλονίκης και 95 χλμ. ανατολικά του λιμένα της Ηγουμενίτσας. Σε σχετικά μικρή απόσταση από την πόλη ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τόσο το φυσικό κάλος της ορεινής Ηπείρου όσο και τις υπέροχες παραλίες του Ιονίου πελάγους.
Τουρισμός
Η πόλη των Ιωαννίνων, με πληθυσμό που πλησιάζει τις 100.000 κατοίκους κτισμένη στις όχθες της λίμνης Παμβώτιδας, είναι η πρωτεύουσα της περιφέρειας της Ηπείρου. Βρίσκεται σε απόσταση 435 χλμ. βορειοδυτικά της Αθήνας, 350 χλμ. νοτιοδυτικά της Θεσσαλονίκης και 95 χλμ. ανατολικά του λιμένα της Ηγουμενίτσας. Σε σχετικά μικρή απόσταση από την πόλη ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τόσο το φυσικό κάλος της ορεινής Ηπείρου όσο και τις υπέροχες παραλίες του Ιονίου πελάγους.Μία πρώτη αναφορά στην πόλη των Ιωαννίνων γίνεται το 527 μ.Χ. από τον ιστορικό Προκόπιο, ο οποίος περιγράφει την ίδρυση της πόλης, της νέας Ευροίας. Όμως το όνομα Ιωάννινα εμφανίζεται για πρώτη φορά&a
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου