Κάθε πρόεδρος είναι πηγή έμπνευσης για μεγάλους γελοιογράφους. Υπάρχει, όμως, κάτι που μας διαφεύγει από την πολιτική ταυτότητα του Μπαράκ Ομπάμα, παρότι έχει υπηρετήσει σχεδόν ένα χρόνο από τη θητεία του. Είναι άραγε συμφιλιωτής των δύο κομμάτων ή ένας ιδεολόγος της πόλωσης; Είναι κρυπτομαρξιστής ή πιόνι εταιρικών συμφερόντων; Θρέφει τη μετααμερικανική ουτοπία ή είναι πρόθυμο εργαλείο του κράτους της εθνικής ασφάλειας; Ο Τύπος προβάλλει μια νέα θεωρία κάθε εβδομάδα, συγκρίνοντας τον Ομπάμα με τον Τζον Κένεντι, τον Φράνκλιν Ρούσβελτ, τον Τζορτζ Μπους ή τον Τζίμι Κάρτερ. Καμία από τις συγκρίσεις όμως δεν έχει σταθεί. Διανύουμε ήδη την εποχή Ομπάμα αλλά ουδείς, ούτε σύμμαχος ούτε εχθρός, μπορεί να ορίσει με ακρίβεια τι ακριβώς αντιπροσωπεύει ο 44ος πρόεδρος των ΗΠΑ. Ο Ομπάμα φέρνει σε αμηχανία τους παρατηρητές επειδή είναι ένας ιδεολόγος και πραγματιστής ταυτόχρονα. Είναι ένας φιλελεύθερος δογματιστής πάντα πρόθυμος να συνάψει μια συμφωνία ή να αρπάξει έστω και μια μέτρια προσφορά. Εκδηλώνει τις τάσεις ενός προοδευτικού μπλόγκερ, αλλά και το ύφος διακυβέρνησης ενός ψυχρού συμφεροντολόγου. Αυτός είναι ένας περίπλοκος συνδυασμός για πολλούς, καθώς περιμένουμε οι αρχές των πολιτικών μας να ευθυγραμμίζονται πιο καθαρά με τον τρόπο διακυβέρνησής τους. Οι μακιαβελικές αποφάσεις υποτίθεται ότι πρέπει να λαμβάνονται από συνειδητοποιημένους «κεντρώους». Ο συντηρητισμός υποτίθεται ότι πρέπει να ασκείται με γνώμονα το σωστό και το αυστηρά αποτελεσματικό. Είναι περίπλοκος επίσης, διότι ο Ομπάμα υποσχέθηκε ακριβώς την αντίθετη προσέγγιση στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας. Εμφανίστηκε ως ένας υπεράνω κομμάτων θεραπευτής, που θα άλλαζε τις κυνικές μεθόδους της Ουάσιγκτον, ως αντίπαλος των κρυφών συμφωνιών και της τυπικής ιδεολογίας. Εχει κυβερνήσει, όμως, ως συμβατικός φιλελεύθερος, ο οποίος πιστεύει στο υπάρχον σύστημα, ξέρει πώς να το χειρίζεται και αποδέχεται τους περιορισμούς που αυτό του επιβάλλει. Με τον χρόνο αποδείχθηκε ότι η πιο εύστοχη πρόβλεψη που γράφτηκε στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ήταν αυτή του Ryan Lizza στον New Yorker. «Η μεγαλύτερη ίσως παρεξήγηση για τον Μπαράκ Ομπάμα», έγραψε τον Ιούλιο του 2008, «είναι ότι πρόκειται για έναν επαναστάτη πολέμιο του συστήματος. Αντίθετα, κάθε στάδιο της πολιτικής του σταδιοδρομίας έχει στιγματιστεί από την επιθυμία του να προσαρμοστεί στους υπάρχοντες θεσμούς παρά να τους γκρεμίσει ή να τους αντικαταστήσει». Τόσο η Δεξιά όσο και η Αριστερά δεν κατάφερε να τον ερμηνεύσει. Οι Συντηρητικοί εξέλαβαν τα φιλελεύθερα ένστικτά του ως ριζοσπαστισμό, η Αριστερά παρερμήνευσε πολλάκις το χάσμα μεταξύ των εκπεφρασμένων αρχών και των συμβιβασμών που είναι πρόθυμος να αποδεχθεί, ενώ κάποιοι φιλελεύθεροι πείστηκαν ότι δεν ανήκει σε αυτούς. Εσφαλαν. Εάν δεν υπήρχαν τα πολιτικά εμπόδια, ο Ομπάμα θα είχε υιοθετήσει πιθανόν τη φιλελεύθερη γραμμή σχεδόν σε κάθε ζήτημα. Απλώς έχει μεγαλύτερη συνείδηση των ορίων της εξουσίας του -παρά προθυμία για έναρξη μαχών που μπορεί να χάσει- από αυτήν που θα επιθυμούσαν πολλοί οπαδοί. Από αυτήν την άποψη, μοιάζει περισσότερο με τους Ρόναλντ Ρέιγκαν και Εντουαρντ Κένεντι. Αμφότεροι ήταν ιδεολόγοι πολιτικοί, που έμαθαν να εργάζονται μέσα στο σύστημα. Εάν η προεδρία Ομπάμα επιτύχει, θα αποτελεί απόδειξη του τι μπορεί να καταφέρει η ιδεολογία ζυμωμένη από την αφοσίωση στους θεσμούς. Η πολιτική του προσέγγιση, όμως, τον εκθέτει μονίμως στον κίνδυνο να χάσει το Κέντρο όσο και την Αριστερά, να απορριφθεί από τους Ανεξάρτητους και να προκαλέσει την απέχθεια των Φιλελευθέρων.
ΠΗΓΗ: KALAMI
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου