Ιωάννης Καποδίστριας
Γεννήθηκε στις 31 Ιανουαρίου στην Κέρκυρα. Σπούδασε γιατρός στην Ιταλία και για ένα διάστημα διατέλεσε αρχίατρος του τουρκικού στρατιωτικού νοσοκομείου, που ιδρύθηκε τότε στην Κέρκυρα. Πολύ γρήγορα όμως αφοσιώθηκε στην πολιτική και στην διπλωματία. Το 1800 πήρε μέρος στην πρώτη εφτανησιακή κυβέρνηση ως γραμματέας της επικράτειας, θέση από την οποία παραιτήθηκε μετά τρία χρόνια.
Όταν ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων με στρατό επιχείρησε να καταλάβει τη Λευκάδα, δέχτηκε να οργανώσει την άμυνα του νησιού και με τις άμεσες ενέργειές του κατάφερε να ματαιώσει τα σχέδια του Αλή πασά. Το 1809 πήγε στην Πετρούπολη, όπου γρήγορα κέρδισε την εμπιστοσύνη της κυβέρνησης και έγινε σύμβουλος του κράτους. Το 1811 για λόγους υγείας ζήτησε και μετατέθηκε στη Βιέννη, όπου διακρίθηκε για την επιτυχημένη διεκπεραίωση εμπιστευτικών υποθέσεων στη συνέχεια τοποθετήθηκε στο Βουκουρέστι σε ανώτερη εμπιστευτική θέση, ως διευθυντής του διπλωματικού γραφείου του ναύαρχου Τσιτσάγκοφ. Οι επιτυχίες και στη νέα του θέση προκάλεσαν το ενδιαφέρον και την εύνοια του τσάρου, ο οποίος τον έστειλε στην Ελβετία, για να την αποσπάσει από τη γαλλική επιρροή, πράγμα που πέτυχε, εξασφαλίζοντας την ουδετερότητά της. Το 1814 στο Παρίσι, πήρε μέρος στην υπογραφή της ειρήνης με τη Γαλλία. Για τις υπηρεσίες του αυτές του δόθηκε το παράσημο του Αγίου Βλαδίμηρου και του ζητήθηκε να οργανώσει εσωτερικά την Ελβετία. Τόσο μεγάλη υπήρξε και η επιτυχία του στον τομέα αυτό, που του απονεμήθηκαν ο τίτλος και τα δικαιώματα του Ελβετού πολίτη.
Τον Ιούνιο του 1814 η Αγγλία κατέλαβε την Κέρκυρα. Από τότε δεν χάνει ευκαιρία, σε κάθε συνάντησή του με τον τσάρο, να του μιλάει για την οικτρή κατάσταση στην οποία βρισκόταν οι ορθόδοξοι της Ανατολής, για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους, και για ότι είχε σχέση με το ελληνικό πρόβλημα. Με ενέργειές του έγινε έρανος, στον οποίο συνεισέφεραν ο ίδιος ο τσάρος και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα που ήταν συγκεντρωμένα στη Βιέννη. Τα χρήματα επρόκειτο να διατεθούν κατά φράση του Καποδίστρια «…υπέρ των πτωχών Ελλήνων, των διψώντων παιδείαν», με φαινομενικό σκοπό να χρησιμεύσουν για τη συλλογή και τη διατήρηση των λειψάνων των αρχαίων μνημείων. Έτσι πάντως ξεκίνησε η ονομαστή για τη δράση της «Εταιρία των Φιλομούσων». Το 1815 ο τσάρος, ενώ ήταν στο Παρίσι, του εξέφρασε την ευαρέσκειά του για τις μεγάλες υπηρεσίες του προς τη Ρωσία και τον διόρισε αυτοκρατορικό γραμματέα , δηλαδή υπουργό Εξωτερικών.
Το 1817 τον επισκέφτηκε στην Πετρούπολη από μέρους της Φιλικής Εταιρίας ο Ν. Γαλάτης και του ζήτησε να αναλάβει την αρχηγία της. Ο Καποδίστριας όχι μόνο αρνήθηκε, αλλά και με αυστηρό τρόπο μίλησε στο Γαλάτη, τονίζοντάς του ότι τα σχέδιά τους μπορούν να παρασύρουν το έθνος στην καταστροφή. Το 1818 πήρε άδεια από τον τσάρο και πήγε στην Κέρκυρα για να φροντίσει για την υγεία του.
Εκεί τον επισκέφτηκαν ο Θ. Κολοκοτρώνης, ο Μάρκος Μπότσαρης και άλλοι καπετάνιοι, τους οποίους ενίσχυσε οικονομικά όσο μπορούσε, αλλά και τους δήλωσε ότι ο τσάρος δεν έχει καμιά διάθεση να έρθει σε ρήξη με την Τουρκία και δεν πρέπει να περιμένουν τίποτε αξιόλογο από την πλευρά της Ρωσίας . Το 1820 έγινε νέα προσπάθεια, με τον Εμ. Ξανθό αυτή τη φορά, να δεχτεί την αρχηγία της Φιλικής Εταιρίας, χωρίς όμως αποτέλεσμα και πάλι. Με τη κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης, ο Καποδίστριας αισθάνεται την ανάγκη να βρει τρόπο να δείξει τη συμπαράστασή του στους αγωνιζόμενους συμπατριώτες του. Έτσι έρχεται σε αντίθεση προς τον τσάρο, πράγμα που γίνεται αιτία να του δοθεί, τον Αύγουστο του 1822, απεριόριστη άδεια . Ο Καποδίστριας πήγε στην Ελβετία και από εκεί, δουλεύοντας εντατικά, προσπαθούσε να ξεσηκώσει τη συμπάθεια της Ευρώπης για τους αγωνιζόμενους ηρωικά Έλληνες. Το 1826 πήγε στο Παρίσι, φαινομενικά για λόγους υγείας, αλλά στην πραγματικότητα για να συνεννοηθεί με του εγκατεστημένους ομογενείς και άλλους ξένους για την ενίσχυση της ελληνικής υπόθεσης. Για τον ίδιο σκοπό επισκέφτηκε και τις Κάτω Χώρες, πριν επιστρέψει στην Ελβετία. Τον Απρίλιο του 1827, η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας τον εξέλεξε κυβερνήτη της Ελλάδας. Προτού έρθει στην Ελλάδα να αναλάβει τα νέα του καθήκοντα, έστειλε υπόμνημα στις ευρωπαϊκές δυνάμεις, με το οποίο ζητούσε οικονομική ενίσχυση για την Ελλάδα . Πέρασε μάλιστα από το Παρίσι, όπου τον δέχτηκαν με μεγάλο ενθουσιασμό και πήρε διάφορα ποσά από φιλέλληνες για τον Αγώνα .
Τον Ιανουάριο του 1828 φτάνει στην Αίγινα όπου οι γραμματείς της επικράτειας (οι υπουργοί) τον ενημερώνουν για την αξιοθρήνητη κατάσταση και το χάος που βασίλευε. Στρατός και ναυτικό δεν υπήρχαν και η εκπαίδευση και η δικαιοσύνη ήταν ανύπαρκτες. Κοντά στα άλλα επικρατούσε μεγάλη αναρχία σε όλο τον τόπο.
Όλα λοιπόν έπρεπε να αντιμετωπιστούν από την αρχή. Επηρεασμένος ίσως από την πολύχρονη θητεία του στην απολυταρχική Ρωσία, εφάρμοσε για τη διακυβέρνηση του τόπου δικτατορικές αντιλήψεις, πιστεύοντας ότι έτσι μόνο θα μπορούσε να επιβάλει την τάξη. Η κυβέρνησή του, που αποτελούνταν από 28 μέλη, ονομάστηκε Πανελλήνιο. Δημιουργήθηκε απογοητευτική ατμόσφαιρα, όταν από τις πρώτες του ενέργειες είδαν να διορίζει σημαντικές κρατικές υπηρεσίες πρόσωπα από το συγγενικό και φιλικό του περιβάλλον.
Οπωσδήποτε όμως η οργάνωση του νέου κράτους προχωρούσε σταθερά . Καταδίωξε τους πειρατές του Αιγαίου, ενίσχυσε την εμπορική ναυτιλία, δημιούργησε τακτικό στρατό, ίδρυσε τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων για την εκπαίδευση αξιωματικών και υπαξιωματικών, έκανε απογραφή του πληθυσμού και έδωσε δικαίωμα ψήφου στους άντρες πάνω από 25 χρονών.
Παράλληλα εργάστηκε και για τη ρύθμιση θεμάτων της δικαιοσύνης, θεσπίζοντας νόμους, ίδρυσε ταχυδρομική υπηρεσία, ορφανοτροφείο στην Αίγινα, μουσείο και βιβλιοθήκη. Προστάτεψε με ειδικούς νόμους τη γεωργία, έφερε μάλιστα για πρώτη φορά την καλλιέργεια της πατάτας στην Ελλάδας, και ίδρυσε αγροτική σχολή στην Τίρυνθα .
Στην Αίγινα ίδρυσε ακόμα ελληνικό και γαλλικό τυπογραφείο, ναυπηγεία στο Ναύπλιο και τον Πόρο, πήρε μέτρα για τη υγεία του λαού, για το εμπόριο γενικά, έκοψε νομίσματα, φρόντισε για την κατασκευή δρόμων, και ίδρυσε Χρηματική Τράπεζα . Μπορεί να πει κανείς ότι ο Καποδίστριας άπλωσε τη δημιουργική του δραστηριότητα σε όλους τους τομείς. Όλα αυτά όμως προσπάθησε να τα επιβάλλει στον ανήσυχο πολιτικά ελληνικό λαό, που μόλις είχε κερδίσει με πολλές θυσίες την ελευθερία του, με τρόπο αυταρχικό, γι’ αυτό και γρήγορα άρχισε να εκδηλώνεται δυσαρέσκεια εναντίον του. Κυρίως εξεγέρθηκαν εναντίον του πολλοί παλιοί αγωνιστές και προύχοντες, ανάμεσα στους οποίους ο Μαυροκορδάτος, οι Μαυρομιχαλαίοι, οι Κουντουριώτες, ο ναύαρχος Μιαούλης, ο Γρίβας, ο Καρατάσος κ.ά.
Έτσι στις 9 Οκτωβρίου του 1831, ενώ ο κυβερνήτης πήγαινε στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο, δολοφονήθηκε από τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη και το γιο του Γεώργιο. Ο ένας από του δολοφόνους, ο Κωνσταντίνος, σκοτώθηκε αμέσως από τους ακόλουθους του Καποδίστρια και ο άλλος καταδικάστηκε από δικαστήριο σε θάνατο. Το πτώμα του Καποδίστρια το έθαψαν στην Κέρκυρα, όπου σώζεται ακόμα ο τάφος του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου