Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010

ΥΠΑΡΧΕΙ ΦΩΣ ΣΤΟ ΤΟΥΝΕΛ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ;;

Τον τελευταίο καιρό το ερώτημα που βασανίζει όλους μας είναι κατά πόσο η χώρα μας θα ξεπεράσει την κρίση. Ομολογώ ότι κατατάσσω τον εαυτό μου στην πλευρά εκείνων των Ελλήνων που πιστεύουν ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας μας θα επιδεινωθεί, και μάλιστα στους προσεχείς μήνες, με ό, τι αυτό συνεπάγεται.

Αυτό είναι το πρώτο σενάριο. Ενα απαισιόδοξο σενάριο, το «καταστροφικό» όπως λέει το ΙΟΒΕ, τόσο για την Ελλάδα όσο και για τους δανειστές της. Δυστυχώς, η απαισιοδοξία αυτή δεν πηγάζει από κάποια έμφυτη διάθεση. Βασίζεται στο γεγονός ότι παρά τα πολύ σημαντικά και πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα μέτρα που έχει πάρει η κυβέρνηση τους τελευταίους μήνες, αυτά που χρειάζεται ακόμη να γίνουν, δηλαδή οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα καταστήσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που παράγονται στη χώρα μας ανταγωνιστικά, δεν υλοποιούνται με τον ρυθμό αλλά ούτε με την ποιότητα που απαιτείται. Και σ’ αυτό, άμεσα ή έμμεσα, είμαστε όλοι υπεύθυνοι, κυρίως γιατί η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας δεν αποτελεί πρωτεύοντα στόχο, κοινή επιδίωξη, σημείο συναίνεσης, το πρώτο θέμα συζήτησης στη Βουλή, σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας διοίκησης, στα ΜΜΕ, στην καθημερινότητά μας.

Σε διάφορες συζητήσεις, με έμπειρους ξένους συνομιλητές, εισπράττω έναν εφησυχασμό εκ μέρους τους, ο οποίος βασίζεται στην επιχειρηματολογία ότι η χώρα μας μπορεί να αντεπεξέλθει και να γίνει ανταγωνιστική γιατί εμείς οι Ελληνες, σε σύγκριση με άλλους λαούς προηγμένων οικονομιών με αντίστοιχα προβλήματα, έχουμε σημαντικά περιθώρια βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της εθνικής μας οικονομίας γιατί μπορούμε να μειώσουμε σημαντικά τις αποδοχές μας μέχρι τα επίπεδα της κοινωνικής ευημερίας μας να εξομοιωθούν με εκείνα των χωρών αυτών! Αναρωτιέμαι κατά πόσο τα ευνοϊκά σχόλια και η εν γένει αισιοδοξία των ξένων πολιτικών και οικονομικών παραγόντων αναφορικά με την έξοδο της χώρας μας από την κρίση, που έχουμε εισπράξει τις τελευταίες εβδομάδες, εκπορεύονται από ένα τέτοιο σκεπτικό. Αυτό είναι το δεύτερο σενάριο. Το σενάριο εκείνο που προϋποθέτει σημαντική μείωση του επιπέδου κοινωνικής ευημερίας, εκποίηση μέρους της δημόσιας ακίνητης περιουσίας ή/και επέκταση των χρονικών ορίων που μας έχουν τεθεί από την τρόικα. Το σενάριο αυτό είναι από τη μία πλευρά απαισιόδοξο, αλλά είναι αξιοπρεπές για εμάς τους Ελληνες, γιατί, με πολύ μεγάλες θυσίες, εκπληρώνουμε στο ακέραιο όλες μας τις υποχρεώσεις, και από την άλλη πλευρά είναι αισιόδοξο για τους δανειστές της χώρας μας γιατί θα πάρουν τα χρήματά τους, έστω και με μια καθυστέρηση - έντοκη όμως. Υπάρχει όμως και ένα τρίτο σενάριο. Αυτό που είναι αισιόδοξο τόσο για την Ελλάδα και τους Ελληνες όσο και για τους δανειστές της. Στο σενάριο αυτό οι Ελληνες, έπειτα από μια ολιγόχρονη περίοδο ανασύνταξης και αναπροσαρμογής, ανακάμπτουν και επιστρέφουν στα επίπεδα της κοινωνικής ευημερίας που έχουν επιτύχει, με προοπτικές περαιτέρω βελτίωσης, ενώ συγχρόνως η χώρα μας εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της στο ακέραιο εξερχόμενη πλήρως από την κρίση. Το σενάριο αυτό, το οποίο είναι εφικτό ως άσκηση επί χάρτου, φαντάζει όμως απίθανο να υλοποιηθεί -όχι γιατί δεν μπορούμε αλλά γιατί δεν θέλουμε-, βασίζεται σε δύο άξονες.

Ο πρώτος αφορά την απαιτούμενη θεσμοθέτηση. Αντιμέτωπη με μία εθνική κρίση και απειλή για το ελληνικό έθνος ισοδύναμη της εισβολής των Ιταλών και Γερμανών στη χώρα μας πριν από εβδομήντα χρόνια, η πολιτική ηγεσία του τόπου, τουλάχιστον οι ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων, θα ενσκήψουν στα προβλήματα από κοινού και με συναίνεση θα συνεργαστούν για την προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών που περιλαμβάνονται στο Μνημόνιο. Με απλά λόγια, θα συνεργαστούν για τη δημιουργία ενός καλού επιχειρηματικού περιβάλλοντος με σωστές εργασιακές σχέσεις, κανόνες διακυβέρνησης για σωστή λειτουργία θεσμών και οικονομική διαχείριση σε όλα τα επίπεδα διοίκησης, άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων και μείωση της γραφειοκρατίας. Ο δεύτερος άξονας αφορά την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων για τη δημιουργία καλού επιχειρηματικού κλίματος για οικονομική ανάπτυξη και διέξοδο από την κρίση. Ο άξονας αυτός βασίζεται σε τρεις πυλώνες:

α) Διενέργεια ευρείας ενημερωτικής καμπάνιας από την κυβέρνηση και τις πολιτικές ηγεσίες, ώστε όλοι οι Ελληνες να δημιουργήσουμε το κατάλληλο όραμα και να γίνουμε συμμέτοχοι στην αναγκαιότητα δημιουργίας και διατήρησης ενός υγιούς επιχειρηματικού κλίματος.

β) Σαφείς και ξεκάθαρες κατευθύνσεις, για να μετατραπεί η κοινωνία από απλός θεατής και σχολιαστής της κρίσης σε ενεργό συντελεστή των προσπαθειών για τη διέξοδο από αυτήν.

γ) Ολοι οι κλάδοι της οικονομίας θα λειτουργήσουν ως αρωγοί στην προσπάθεια του κράτους να μειώσει τη γραφειοκρατία και να βελτιώσει τον ρόλο του για καλύτερη ανταγωνιστικότητα, με πλήρη διάθεση για υιοθέτηση καλών πρακτικών προσαρμογής και βελτίωσης. Μαζί με τις καλές πρακτικές, προϋπόθεση και εργαλείο για την επίτευξη ενός τέτοιου φιλόδοξου σεναρίου είναι το διεθνώς αναγνωρισμένο πρότυπο που θέλει την καινοτομία να είναι ο κύριος παράγων και η κινητήριος δύναμη για ανταγωνιστικότητα με ταυτόχρονη κοινωνική ευημερία. Οσοι λαοί υιοθέτησαν την καινοτομία ως τρόπο ζωής έχουν καταφέρει με απλά λόγια να μετατρέψουν ιδέες και στοιχεία γνώσης σε προϊόντα και υπηρεσίες που προσφέρουν αξία σ’ αυτόν που απευθύνονται. Πολύ περισσότερο όμως, παραφράζοντας τον Δαρβίνο, έχουν ενστερνιστεί ότι: Τα… Εθνη…. «που επιβιώνουν δεν είναι τα πιο δυνατά ούτε τα πιο έξυπνα. Είναι αυτά που ανταποκρίνονται περισσότερο στην αλλαγή», που έχουν αναγνωρίσει τι συμβαίνει στο περιβάλλον τους και προσαρμόζονται διαρκώς στον περίγυρό τους. Bέβαια, ένα τόσο μεγάλο εγχείρημα απαιτεί εθνική συναίνεση και συσπείρωση. Γι’ αυτό, χρειαζόμαστε κατ’ ελάχιστον όχι μόνο έναν Θεμιστοκλή, αλλά και έναν Αριστείδη…
Tου Τακη Aθανασοπουλου*

Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

ΟΛΟΙ ΓΝΩΡΙΖΑΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤ ΕΩΣ ΤΙΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΥΠΕΡΔΥΝΑΜΕΙΣ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΜΙΛΑΓΑΝ ΑΠΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ.

Ολοι οι ανώτεροι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ενωσης γνώριζαν τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας, αλλά σιώπησαν μέχρι που ξέσπασε η κρίση στην αρχή της χρονιάς, δήλωσε προχθές ο πρόεδρος του Eurogroup κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Κάποια στιγμή, όπως παραδέχθηκε, προσπάθησε να βρει λύση στο πρόβλημα, αλλά Ελληνας πρωθυπουργός, τον οποίο δεν κατονόμασε, τού απάντησε: «Κυβερνάω μια διεφθαρμένη χώρα». Συνεχίζοντας την ιδιότυπη αυτή απολογία, παραδέχθηκε μπροστά σε δημοσιογράφους, μιλώντας στο περιθώριο της συνόδου του ΔΝΤ, πως «ήταν προφανές ότι μια μέρα η Ελλάδα θα αντιμετώπιζε αυτού του είδους το πρόβλημα και εμείς γνωρίζαμε ότι το πρόβλημα θα προέκυπτε». Και πώς αντέδρασαν;

«Συζητούσαμε, οι Γερμανοί, οι Γάλλοι, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν-Κλοντ Τρισέ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και εγώ ο ίδιος για τις προοπτικές αυτού που τότε δεν ήταν γνωστό και το οποίο σήμερα αποκαλούμε ελληνική κρίση». Προχωρώντας ακόμα παραπέρα, ο κ. Γιούνκερ που από το 2005 είναι πρόεδρος του Eurogroup παραδέχθηκε επίσης ότι «ήξερα ότι η Γαλλία και η Γερμανία κέρδιζαν τεράστια ποσά από τις εξαγωγές τους προς την Ελλάδα, αλλά δεν μπορούσα να αποκαλύψω δημοσίως όσα γνώριζα», για να καταλήξει: «Η ελληνική κρίση θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, όχι όμως πέρυσι, αλλά αν είχαν ληφθεί μέτρα δύο ή τρεις δεκαετίες πριν».

Η εξομολόγηση του κ. Γιούνκερ ανοίγει τον δρόμο για την απόδοση ευθυνών, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ο εκπρόσωπος Τύπου του κ. Γιούνκερ, μέχρι χθες το μεσημέρι, δεν είχε απαντήσει σε γραπτό ερώτημα της «Κ» για το ποιος ήταν ο Ελληνας πρώην πρωθυπουργός που απάντησε ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το δημοσιονομικό πρόβλημα της Ελλάδας γιατί «κυβερνάει μια διεφθαρμένη χώρα». Ακόμη, ο κ. Γιούνκερ δεν απάντησε στο ερώτημα της «Κ» πότε άρχισε να συζητείται το ελληνικό πρόβλημα στο Eurogroup και ποια ήταν η στάση της ελληνικής κυβέρνησης. Την Παρασκευή ο εκπρόσωπος Τύπου του επιτρόπου Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων κ. Ολι Ρεν απάντησε «ουδέν σχόλιον» στην πρόσκληση της «Κ» να σχολιάσει τις δηλώσεις Γιούνκερ.

Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, πάντως, γνωρίζουν ότι η κατάσταση άλλαξε με την κατάρρευση της επενδυτικής τράπεζας LehmaBrothers τον Σεπτέμβριο του 2008. Από τότε «η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε συνεδρίασης του Eurogroup» είχε πει τον περασμένο Ιανουάριο, κατά τη διάρκεια της καθημερινής ενημέρωσης των δημοσιογράφων, η εκπρόσωπος Τύπου του κ. Χοακίν Αλμούνια, τότε αρμοδίου για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις. Λίγους μήνες αργότερα, Ελληνας αξιωματούχος που είχε πολύ καλή γνώση του θέματος έλεγε στην «Κ» ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε λάβει πολύ σοβαρή προειδοποίηση από την Κομισιόν στις αρχές του 2009. Στο συμβούλιο Eurogroup του Μαρτίου του 2009 συζητήθηκε το ελληνικό πρόβλημα, χωρίς όμως να ληφθούν αποφάσεις. Το συμπέρασμα; Ολοι λοιπόν γνώριζαν ή θα όφειλαν να γνωρίζουν.

Χθες, ο πρόεδρος της Ν.Δ. κ. Αντ. Σαμαράς δήλωσε δικαιωμένος από τις τελευταίες εξελίξεις, καθώς, όπως είπε, είχε προειδοποιήσει στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος για όλα τα παραπάνω, αλλά τότε ήταν πολύ μόνος. «Η κυβέρνηση, όχι μόνο ενίσχυσε την επιχειρηματολογία τους, διασύροντας τη χώρα, για κομματικούς λόγους, αλλά ουσιαστικά απεδέχθη άνευ όρων μια επιλογή που σήμερα στραγγαλίζει την Ελλάδα και τους Ελληνες», κατέληξε.

Eπαφές Παπακωνσταντίνου

Στο μεταξύ, ο κ. Γ. Παπακωνσταντίνου επιχείρησε το προηγούμενο τριήμερο να πείσει, στην Ουάσιγκτον, για την αποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων που εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση. Στο πλαίσιο αυτό εμφανίσθηκε από κοινού με τον επικεφαλής του ΔΝΤ για το πρόγραμμα εξυγίανσης, Πόουλ Τόμσεν, ενώπιον θεσμικών επενδυτών στη Νέα Υόρκη, των οποίων την εμπιστοσύνη προσπαθεί να ανακτήσει η Ελλάδα. Αρκετοί, πάντως, εξακολουθούν να αμφισβητούν τη δυνατότητα της Ελλάδας να ξεπεράσει την κρίση. Μάλιστα, ο πρόεδρος του Pinco, ενός εκ των μεγαλύτερων επενδυτικών κεφαλαίων του κόσμου, δήλωσε έτοιμος να στοιχηματίσει «πως η Ελλάδα θα βγει προσωρινά (will take a sabbatical) από το ευρώ μέσα στα επόμενα τρία χρόνια». Ο κ. Παπακωνσταντίνου επέμεινε ότι οι μεγαλύτεροι θεσμικοί επενδυτές αναγνωρίζουν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί.

Αρμόδιο στέλεχος του ΔΝΤ τόνισε στην «Κ» ότι το διάστημα από την αξιολόγηση του Δεκεμβρίου και μετά θα είναι καθοριστικό σε ό,τι αφορά τη συνέχιση της χρηματοδότησης της Ελλάδας, ενώ ήδη κυοφορείται η σκέψη για επέκταση του προγράμματος. Στις συζητήσεις εθίγη και η επικείμενη αναθεώρηση του ελληνικού ελλείμματος, για το οποίο ο κ. Στρος-Καν τόνισε ότι είναι μια ατυχής εξέλιξη, σημειώνοντας ότι μέχρι να υπάρξει πλήρης αποτίμησή του δεν θα συμβούλευε την ελληνική κυβέρνηση να λάβει νέα μέτρα, χωρίς φυσικά κάτι τέτοιο να αποκλείεται εάν οι συνθήκες το επιβάλλουν.

Των Κωστα Καρκαγιαννη - Αθανασιου Ελλις